
Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ,
Την Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2025, ο Θεός κάλεσε από τα γήινα προς τα ουράνια, τον σεβαστό και αγαπητό μας Αρχιμανδρίτη, Προηγούμενο της Ιεράς Μονής Ιβήρων και εμβριθή Θεολόγο, π. Βασίλειο Γοντικάκη.
Συγκαταλέγεται μεταξύ των σπουδαιότερων θεολογικών προσωπικοτήτων, που εξέφραζαν, με ένα γνήσιο Πατερικό λόγο, την ορθόδοξη θεολογία και τα θέματα της ελληνικής παιδείας.
Στη μνήμη του σοφού και ορθόδοξου λόγου του για την Παιδεία μας, αφιερώνεται ταπεινά το παρόν άρθρο μας:
Όταν το 2012 διάβασε το τότε φρέσκο Πιλοτικό Πρόγραμμα Σπουδών για το Μάθημα των Θρησκευτικών, το προσαρμοσμένο στις αρχές του Νεοβουδιστικού διαθρησκειακού Ιδρύματος Arigatou, τον ξένισε τόσο δυνατά, ώστε απέστειλε αμέσως Επιστολή προς τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο και την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπου, κατ’ ουσίαν, κτυπά τον κώδωνα του κινδύνου για την επαπειλούμενη, μέσω αυτού του Προγράμματος, μετάλλαξη της ορθόδοξης πίστεως των νέων μας:
«Ένοιωσα ότι κάτι ιερό και άγιο προδίδεται από το κεφάλαιο της Πίστεώς μας, κάτι που το έχει ανάγκη ο άνθρωπος οποιασδήποτε θρησκευτικής παραδόσεως.
Είναι αντιπαιδαγωγικό και απάνθρωπο, να θέλουν να θρέψουν την ψυχή του μικρού παιδιού με πληροφορίες θρησκευτικών απόψεων και διαπληκτισμών, τη στιγμή που αυτό το τρυφερό πλάσμα ζητά το γάλα του ηρωισμού της αγάπης, που είναι η προϋπόθεση της ζωής και το διαθέτει πλούσια η Μητέρα Εκκλησία.
Αυτό για το οποίο διαμαρτύρονται οι συντάκτες του Προγράμματος Σπουδών είναι “ο δογματισμός” και “ο κατηχητισμός”, που διακρίνουν στο μάθημα των θρησκευτικών. Αυτό, όμως, στην ουσία είναι ψέμα και παραποίηση της αλήθειας. Γιατί στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν λατρεύομε κάποια δοξασία, αλλά αυτό που ζούμε είναι Θεοφάνεια: Η φανέρωση της αλήθειας ότι ο Θεός είναι αγάπη.
Δεν εμπνέομε τη ζωή, στην ψυχή του παιδιού, με την ενημέρωση θρησκευτικών απόψεων και διαφορών, αλλά με τα ζωντανά παραδείγματα αυτών που νίκησαν τον θάνατο δια της θυσίας της αγάπης.
Δεν τρέφεται η ψυχή του μικρού παιδιού με υλικό πληροφοριών θρησκευτικών απόψεων, αλλά με το πνεύμα του ηρωισμού της αγάπης. Όταν θα ανδρωθεί μέσα σ΄ αυτή την αγωγή της αγάπης και της ελευθερίας, θα αγαπήσει τη ζωή. Θα είναι ευλογία για όλους, και όλες οι δοκιμασίες θα είναι ευλογία γι΄ αυτόν.
Δεν θα φοβάται καμιά απειλή, ούτε τον ίδιο τον θάνατο. Θα θεωρεί επιτυχία του, όχι να υποδουλώσει, να ταπεινώσει τον άλλον, αλλά να θυσιαστεί, για να ζήσουν όλοι οι άλλοι, που είναι ο αληθινός εαυτός του.
Εάν δώσουμε πραγματικά ορθόδοξη αγωγή, ετοιμάζουμε ανθρώπους ολοκληρωμένους πνευματικά, που όχι μόνο μπορούν να ζήσουν άνετα μέσα σε πολυπολιτισμικά περιβάλλοντα του καιρού μας, αλλά να δεχθούν τις όποιες δυσκολίες ως ευλογίες.
Αυτή η αγωγή γεννά ανθρώπους χαρούμενους με δυνατή κράση. Γεννιούνται από την αγάπη και προσφέρουν ευσπλαχνία. Οι άνθρωποι που μαθαίνουν απλώς λόγια αγάπης και τις διάφορες απόψεις των θρησκευτικών δοξασιών, δεν προσφέρουν ζωή ούτε μορφώνουν τον νέο άνθρωπο, αλλά δημιουργούν τη σύγχυση μιας στείρας πολυμάθειας.
Σήμερα, που όλος ο κόσμος έγινε μια ταραγμένη γειτονιά και γίνεται λόγος για επανευαγγελισμό της Ευρώπης, είναι ο καιρός της Ορθοδόξου Εκκλησίας και θεολογίας. Αυτά που επιδιώκουν με τις μεταρρυθμίσεις να επιτύχουν, τα έχει προ πολλού, ως κατακτήσεις ζωής, η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η Εκκλησία μπορεί να δώσει το πιλοτικό Πρόγραμμα Σπουδών (παραδοσιακό και επαναστατικό), που την ορθόδοξη συνείδηση αναπαύει και όλο τον κόσμο ζωογονεί. Γιατί η αλήθεια της αγάπης δεν χωρίζει, αλλά ενώνει. Βοηθά τον καθένα να καλυτερεύσει τη συμπεριφορά του, να θεραπεύσει την αρρώστια του και να χαρεί τη ζωή του. Η Ορθόδοξη Εκκλησία προσφέρει μια χαρά, που είναι ισχυρότερη της παρούσης ζωής και μια έκπληξη, που ξεπερνά τον θάνατο. Οφείλομε να ενεργήσουμε, με όλες τις δυνατότητες που διαθέτομε, για να αφήσουμε να απλωθεί η ευωδία της Αναστάσεως, που νικά τον θάνατο. Φτωχαίνομε και ευτελίζομε το μυστήριο της ζωής που μας δόθηκε, ενώ οφείλομε να το κοινοποιήσουμε απαραχάρακτο στα παιδιά».
Σε άλλο κείμενό του, ο Μακαριστός π. Βασίλειος, διατυπώνει τον προβληματισμό του, ως προς εκείνους, που, ενίοτε, χωρίς διάκριση τους δίνουμε τη δυνατότητα και την ευθύνη να καθορίζουν νομοθετικά «τα Μεγάλα» θέματα της ζωής μας: «Μήπως κάποια κέντρα ελέγχου δεν λειτουργούν σωστά; Μήπως πήραν, ή δώσαμε την ευθύνη για τα μεγάλα θέματα της ζωής μας σε άτομα άσχετα και ακατάλληλα; Πώς στους τέσσερις αιώνες της Τουρκοκρατίας άντεξε ο λαός, η πίστη του, η συνείδησή του; Πού βρίσκεται σήμερα αυτή η δύναμη του λαού, που βλάστησε από τα σπλάχνα του τον Ακάθιστο Ύμνο και τα δημοτικά τραγούδια, που έπλασε την Αγιά - Σοφιά και τις πανάγιες Εκκλησίες μετά την πτώση της Πόλεως; Έχει να δώσει και να πει κάτι σήμερα; Ή μήπως μερικοί βρήκαν κάπου αλλού κάτι πιο πολύτιμο και ευφυές και, περιφρονώντας την πίστη και την αίσθηση του λαού, προσπαθούν να του το επιβάλουν;».
Στην ίδια συνάφεια, βλέπει, με αγωνία και αγανάκτηση, την έφεση της της ξενομανίας των Νεοελλήνων, που κυριαρχεί στον χώρο της παιδείας μας: «Γιατί στο θέμα της παιδείας να αλληθωρίζουμε, στον τόπο που γεννήθηκε η παιδεία; Γιατί κάνομε ατέλειωτες προτάσεις, μεταρρυθμίσεις, αλλαγές κι όλο βρισκόμαστε στη θέση μηδέν; Γιατί ο ένας μεταρρυθμιστής αναιρεί τον άλλο, και όλοι οδηγούν στην ίδια στειρότητα;
Ο πολιτισμός μας -η καρδιά και η δύναμή του- δεν έχει καμιά σχέση με τέτοιες περιπτώσεις. Ανέτειλε εκ του Τάφου. Πολλές δοκιμασίες καταλυτικές, ποικίλων μορφών και ειδών, πέρασαν από πάνω του, όμως δεν ξεριζώνεται εύκολα, αλλά θεριεύει.
Πολλές φορές, όχι μια, ξενιτευτήκαμε οι Έλληνες και δεν χάσαμε την πίστη μας και τον χαρακτήρα μας, αλλά, τότε, συχνά τα είδαμε καλύτερα και τα ζήσαμε πιο δυνατά.
Γιατί να μην μπορεί ένα σημερινό παιδί να σταθεί σε τόπο αποστολικό, όπως λέει ο άγιος Κοσμάς; Να μιλήσει πρωτότυπα και ελεύθερα, να διοργανώσει υπεύθυνα και να πολιτευθεί συνετά, να δώσει λύσεις σε προβλήματα ακατάπαυστα νέα, να του είναι όλα απλά, συνηθισμένα, τετριμ¬μένα και εύκολα, τα πιο δύσκολα και πρωτάκουστα και δαιμονικά μπλεγμένα. Να μιλήσει και να συμπεριφερθεί γαλήνια και αδυσώπητα και στους θηριώδεις ανθρώπους. Να τους δαμάσει. Να τους ημερέψει. Να σταθεί σε τόπο ακρογωνιαίο, προφήτης, ηγέ¬της, που ανασυγκροτεί το μεγαλείο του ανθρώπου.
Ο άγιος Κοσμάς ζει, υπνώττει άγρυπνα στην καρδιά του λαού. Ο λαός, ο πάλι βασανισμένος και κουρασμένος, περιμένει τον Κοσμά τον Αιτωλό να του δώσει τα παιδιά του, για να τα ευλογήσει, να τα αγιάσει, να τα βάλει στα σχολεία του.
Μας πήραν μωρά παιδιά από τον μαστό της μάνας μας, της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μας έμαθαν άλλα. Μας έδωσαν να πιούμε γάλα κονσέρβας. Μας έκοψαν από τις ρίζες. Μας χώρισαν από την Παράδοση. Μας απομάκρυναν από το σπίτι μας. Μας έκαμαν αλλοδαπούς στον τόπο μας. Βάλθηκαν να μας ξεμάθουν τη μητρική μας γλώσσα, τη γλώσσα της Ορθοδοξίας.
Και αν αυτό δεν κάμει το σχολείο, αν δεν δώσει στο παιδί τη δυνατότητα να έρθει σε άμεση προσωπική επαφή και γνωριμία με αυτούς που το γέννησαν και διαμόρφωσαν την ιστορία και τον πολιτισμό που έχει, τότε τι προσφέρει το σχολείο στο παιδί;
Τώρα η εκπαίδευση το αφήνει έκθετο σε κάθε κίνδυνο και απειλή, άρριζο, έτοιμο να πέσει με το πρώτο φύσημα κάθε ανέμου. Ποιός μπορεί να απαλλάξει τα παιδιά από την ανασφάλεια που τα βασανίζει, από τη ναυτία που τα ζαλίζει, από την έλλειψη εμπιστοσύνης, που τους δημιούργησαν αυτά που βλέπουν, ακούν και αισθάνονται γύρω τους; Ποιός θα κάμει κατοικήσιμο το σύμπαν και αγαπητή για τα παιδιά τη ζωή;»