Aναρωτιέται ὁ μέσος πολίτης σέ τί ὀφείλεται ἡ κακοδαιμονία τῆς πολιτικῆς στόν νεοελληνικό βίο. Ἀπό τήν ἀπελευθέρωση ἀπό τούς Τούρκους μέχρι σήμερα, ἡ πολιτική σκηνή τῆς χώρας μαστίζεται ἀπό διαιρέσεις, ἔριδες, ἐξαρτήσεις, πελατειακές σχέσεις κι ἀπραγματοποίητες ὑποσχέσεις. Δύο ἐμφύλιοι πόλεμοι ἀκολούθησαν τήν ἐξέγερση τοῦ 1821 (ἀπό τό 1823 ἕως 1825), ἐμφύλια διαμάχη εἴχαμε πρίν ἀπό τήν Μικρασιατική Καταστροφή, ἐμφύλιος φοβερός ἔγινε μετά τήν Γερμανική Κατοχή, χιλιάδες τά θύματα, συνεχεῖς οἱ διαιρέσεις, ἐμποδίζουν μιά συλλογική ἀντίληψη τοῦ κοινωνικοῦ βίου. Μά κι ἡ περίοδος πού ἀκολούθησε τήν μεταπολίτευση τοῦ 1974, χαρακτηρίστηκε ἀπό κομματικές διαιρέσεις κι ἀσυνεννοησία.
Οἱ πολιτικοί
ἐκμαυλίζουν τούς πολίτες καί ἐκεῖνοι μέ τήν σειρά τους ὑποκύπτουν στό
ψεῦδος, τήν ἀπάτη καί τίς μικροκομματικές σκοπιμότητες. Κι ἔτσι φτάσαμε
ὥς ἐδῶ, στήν τεράστια πνευματική κρίση πού ἐκδηλώθηκε ὡς οἰκονομική.
Στήν χώρα μέ τόν σπουδαῖο πολιτισμό, δέν παράγεται πολιτισμός. Στήν
γῆ ὅπου γεννήθηκε ἡ δημοκρατία, ἡ πολιτεία πάσχει ἀπό διαφθορά κι
ἀπό ἔλλειψη ἐφαρμογῆς τῶν νόμων. Στόν τόπο πού ἔζησαν χιλιάδες ἅγιοι
καί δίκαιοι, ὁ κόσμος ἔχει ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν Θεό, πολεμιέται (ἄδικα)
ἡ Ἐκκλησία καί συνάμα οἱ περισσότεροι πάσχουν ἀπό ἔλλειψη νοήματος.
Ἀναζητῶντας τά αἴτια τῆς κακοδαιμονίας, ἔχει ἐνδιαφέρον νά δοῦμε
τί γραφόταν γιά τήν πολιτική σκηνή τοῦ τόπου μας στό παρελθόν:
Γράφει
ὁ Ἀναστάσιος Βυζάντιος(1), στήν ἐφημερίδα «Νέαι Ἡμέραι» τόν Μάιο τοῦ 1870: «Πιθηκίσαντες
τά πάντα, ἐπιθηκίσαμεν, φυσικῶ τῷ λόγῳ, καί τά κόμματα. Οἱ περί τό συνταγματικόν
πολίτευμα φιλοσοφήσαντες πρέπει νά καταβῶσιν εἰς Ἑλλάδα, ὅπως ἴδωσι
ποῦ κατήντησεν ὁ σωτήριος καί ἀναγκαῖος θεσμός τῆς συμπολιτεύσεως
καί ἀντιπολιτεύσεως. Ὅτι παρ΄ ἄλλοις εἶναι εὐγενής ἅμιλλα καί ἀμοιβαῖος
ἔλεγχος, παρ’ ἡμῖν μετεβλήθη εἰς τυφλήν ἐμπάθειαν καί εἰς ἐμφύλιον πόλεμον.
Ὑπάρχει ἀνιοῦσα τις κλῖμαξ διαφθορᾶς, ἀρχομένη ἀπό τοῦ τελευταίου
ψηφοφόρου καί λήγουσα εἰς τόν πρωθυπουργόν, καί ἐν τῇ σκολιᾷ ταύτῃ κλίμακι
εἶναι ἀδύνατον νά μείνει τις ὄρθιος καί ἀκηλίδωτος. Τό κέντρον δέ
τῆς διαφθορᾶς, ὁ ἀσκός τοῦ Αἰόλου, ἐξ οὗ ἀπολύονται ἐπί τῆς Ἑλλάδος
ὁ μαρασμός καί ἡ ἀτίμωσις, εἶναι τό Ἑλληνικόν Βουλευτήριον. Πόσοι ψηφίζουσι
κατά συνείδησιν; Πέντε ἤ δέκα. Οἱ δέ λοιποί; Κατά τάς δωρεάς, ἅς προχέει
ἡ ἐξουσία, ἤ κατά τάς ἐλπίδας, ἅς παρέχει ἡ ἀντιπολίτευσις. Εἰς οὐδέν
χρηματιστήριον πιστεύομεν νά γίνωνται τόσαι δοσοληψίαι, ὅσαι ἐν
τῷ ἀχυρῶνι ἐκείνῳ, ὅστις ἐν Ἀθήναις καλεῖται Βουλευτήριον….»
Καί ὁ Μέγας
Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης ἀναφέρει στό μυθιστόρημα «Οἱ ἔμποροι τῶν ἐθνῶν»
τό 1882, λίγα χρόνια πρίν τήν Πτώχευση τοῦ 1893: «Ἡ ἀργία ἐγέννησε τήν
πενίαν. Ἡ πενία ἔτεκεν τήν πεῖναν. Ἡ πεῖνα παρήγαγε τήν ὄρεξιν. Ἡ ὄρεξις
ἐγέννησε τήν αὐθαιρεσίαν. Ἡ αὐθαιρεσία ἐγέννησε τήν ληστείαν. Ἡ
ληστεία ἐγέννησε τήν πολιτικήν. Ἰδού ἡ αὐθεντική καταγωγή τοῦ τέρατος
τούτου… ».
Καί στήν ἐφημερίδα
«Ἀκρόπολη», σέ ἐποχή μεγάλης ἔνδειας, ὁ Παπαδιαμάντης σχολιάζει τό
1896: «Τότε σ' ἐξεθέωναν οἱ προεστοί κι οἱ «γυφτοχαρατζῆδες», τώρα
σέ «ἀθεώνουν» οἱ βουλευταί κι οἱ δήμαρχοι. Αὐτοί πού εἶχαν τό λύειν καί
τό δεσμεῖν εἰς τά δύο κόμματα, τούς ἔταζαν «φούρνους μέ καρβέλια», δώσαντες
αὐτοῖς οὐχί... πλείονας τῶν εἴκοσι δραχμῶν μετρητά, ἀπέναντι, καθώς
τούς εἶπαν, καί παρακινήσαντες αὐτούς νά ἐξοδεύσουν κι ἀπ' τή σακκούλα
τους ὅσα θέλουν ἄφοβα, διότι θά πληρωθοῦν μέχρι λεπτοῦ, σύμφωνα μέ
τόν λογαριασμόν, ὅν ἤθελαν παρουσιάσουν.
Τό τέρας
τό καλούμενον «ἐπιφανής» τρέφει τήν φυγοπονίαν, τήν θεσιθηρίαν,
τόν τραμπουκισμόν, τόν κουτσαβακισμόν, τήν εἰς τούς νόμους ἀπείθειαν.
Πλάττει αὐλήν ἐξ ἀχρήστων ἀνθρώπων, στοιχείων φθοροποιῶν τά ὁποῖα τόν
περιστοιχίζουσι, παρασίτων τά ὁποῖα ἀποζῶσιν ἐξ αὐτοῦ ...
Μεταξύ
δύο ἀντιπάλων μετερχομένων τήν αὐτήν διαφθοράν, θά ἐπιτύχει ἐκεῖνος
ὅστις εὐπρεπέστερον φορεῖ τό προσωπεῖον κι ἐπιδεξιώτερον τόν κόθορνον».
Ἀλλά ἄς δοῦμε
ἐπίσης τί λέει σέ ὁμιλία του, τό 1953, ὁ σπουδαῖος λογοτέχνης μας
Στράτης Μυριβήλης (Ἡ Ἑλληνικὴ Παράδοση – Γ´ ἔκδοση, ἐκδ. Εὐθύνη
) «Ὅμως ἕνας ἄνθρωπος, ἕνας λαός, ἕνα ἔθνος, δέν ἐξαφανίζεται μονάχα
μέ τή φωτιά καί μέ τό σίδερο. Δέν ἐξαφανίζεται μονάχα μέ τό χάσιμο τῆς
ζωῆς του. Ἐξαφανίζεται πιό σίγουρα, πιό τελειωτικά μέ τό χάσιμο
τῆς ψυχῆς του, τῆς ψυχῆς του τῆς ἀτομικῆς, τῆς ψυχῆς του τῆς ὁμαδικῆς.
Χάνω τήν ψυχή μου θά πεῖ: χάνω τήν οὐσιαστική μου ὕπαρξη. Χάνω τήν αἴσθηση
τῆς ἀτομικῆς μου τέλειας ψυχοπνευματικῆς σύνθεσης, πού ἀποτελεῖ ἕνα
μόριο ἀπό τήν μεγάλη, τήν πλατειά κοινωνική καί ἐθνική σύνθεση, ἀπό
τήν ὁποία ἀντλῶ καί ἀνανεώνω ἀδιάκοπα τά φυσιογνωμικά στοιχεῖα
τοῦ πνεύματός μου καί τῆς ψυχῆς μου. Καί αὐτή ἡ ἐθνική φυλετική ἰδιομορφία
τῆς ψυχῆς μου εἶναι ἀκριβῶς ἐκείνη πού μέ ἐντάσσει φυσιολογικά μέσα
στήν πανανθρώπινη κοινωνική σύνθεση.
Ἀλλά γιά
νά μή χάσω τόν ἑαυτό μου, πρέπει νά γνωρίσω τόν ἑαυτό μου. Τό «γνῶθι
σαυτόν» εἶναι ἡ πρωταρχική πηγή τῆς γνώσεως. Αὐτό λοιπόν πρέπει νά
εἶναι ἡ βάση τῆς γενικῆς παιδαγωγικῆς προσπάθειας τοῦ Ἔθνους, τοῦ ὁποίου
ἐ-ντολοδόχος εἶναι τό Κράτος καί ἡ Ἐκκλησία. Ὄργανα γι' αὐτήν τήν συνειδητοποίηση
εἶναι τό Ὑπουργεῖο Παιδείας, ὁ Κλῆρος, ὁ Τύπος, ὁ καλλιτέχνης πού ἐκφράζει
τήν ἐθνική ψυχή καί ὁλόκληρη ἡ τάξη τῶν διανοουμένων, πού εἶναι ὑπεύθυνη
γιά τήν πνευματική συγκρότηση τοῦ λαοῦ».
Ποιά θά
ἦταν ἡ λύση σέ ὅλο αὐτό τό ζοφερό ἀδιέξοδο; Τό διατυπώνει μέ ἐνάργεια ὁ μέγας
λογοτέχνης, στό τέλος τοῦ παραπάνω ἀποσπάσματος: «Ἄμυνα περί
πάτρης θά ἦτο ἡ εὐσυνείδητος λειτουργία τῶν θεσμῶν, ἡ ἐθνική ἀγωγή,
ἡ χρηστή διοίκησις, ἡ καταπολέμησις τοῦ ξένου ὑλισμοῦ καί πιθηκισμοῦ,
τοῦ διαφθείροντος τό φρόνημα καί ἐκφυλίσαντος σήμερον τό ἔθνος,
καί ἡ πρόληψις τῆς χρεωκοπίας».
Αὐτά ὅμως
πού ὁραματίστηκε ὁ μεγάλος συγγραφέας καί πατριώτης δέν ἔγιναν.
Κι ὁ σπουδαῖος στοχαστής καί συγγραφέας Ζήσιμος Λορεντζάτος γράφει
προφητικά τό 1968:
«Ὅσο ζοῦμε
μέ δανεικά, ὅσο χρωστᾶμε στούς ἄλλους τή ζωή μας, δέν εἶναι δυνατό νά
ἀλλάξομε νοοτροπία. Κανένας ἄνθρωπος πού ζεῖ μέ δανεικά δέν εἶναι
τῆς προκοπῆς. Τό ἴδιο κανένας λαός ἤ κράτος. Προπαντός μέ αἰώνια δανεικά
σάν ἐμᾶς (γιατί κάποτε μπορεῖ νά παρουσιαστεῖ μεγάλη ἀνάγκη, ἄν καί
μιά μοναχά φορά μπορεῖ νά σημάνει κακή ἀρχή)…
Πρέπει
νά καταλάβομε πώς οἱ ἄλλοι δέν χρωστοῦν τίποτα νά μᾶς ζοῦν ἐμᾶς, καί πώς
κάθε φορά πού προσφέρεται ἡ λύση αὐτή, νά μᾶς ζοῦν ἤ νά μᾶς δανείζουν,
κάθε φορά θάβεται τό ἐνδεχόμενο νά βγοῦμε ἀπό τόν φαῦλο κύκλο στό
φῶς μιᾶς ἔντιμης καί σχετικά ἀνεξάρτητης ζωῆς (λέω σχετικά ἀνεξάρτητης,
μιά καί εἴμαστε πολύ μικρό κράτος). Δέν μποροῦμε ad infinitum νά καταναλώνομε
περισσότερα ἀπό ὅσα παράγομε, νά μπάζομε περισσότερα ἀπό ὅσα βγάζομε…
Κάποια
μέρα οἱ δανειστάδες τῆς Ἑλλάδας πού δέν παίρνουν πίσω τά λεφτά τους, ἀλλά
πάντα μοναχά ἕνα ποσοστό ἀπό τό χρέος - δανειζόμαστε ἀκόμα καί
γιά τούς τόκους ἀπό τά δάνεια - μπορεῖ νά μᾶς ποῦν (ἄν καί αὐτό εἶναι ἀμφίβολο
- γιά ἄλλους πάλι λόγους) πώς πρέπει νά σταματήσει αὐτή ἡ ὡραία μηχανή
καί πώς νά φροντίσομε ἐμεῖς γιά τή σωτηρία μας (ὅπως καί πρέπει νά φροντίσομε).
Ἐμεῖς δέν χρειάζεται νά περιμένομε τούς δανειστάδες νά μᾶς τό ποῦν αὐτό
(αὐτοί ἔχουν τό χαβά τους). Πρέπει ἐμεῖς νά τό διακηρύξομε ὡς ἄμεσο
σκοπό μας, διαφορετικά θά πηγαίνομε στόν φοῦντο. Ἡ σωτηρία μας
θά γίνει ἀπό ἐμᾶς, δέ θά γίνει ἀπό τούς ἄλλους. Ἄν ποτέ γίνει.»
Ἔτσι λοιπόν,
φτάσαμε στήν σημερινή κατάντια. Ὅμως, καθώς κατηγοροῦμε τούς πολιτικούς,
πρέπει συνάμα νά ὁμολογήσουμε αὐτό πού ἔλεγαν οἱ θυμόσοφοι πρόγονοί
μας: «Κατά τόν λαό κι οἱ ἄρχοντες». Μεγάλη εἶναι ἡ εὐθύνη μας ἀφοῦ - ὅπως
φαίνεται κι ἀπό τά παραπάνω κείμενα-180 χρόνια τώρα τήν ἴδια ἁμαρτία
ἐπαναλαμβάνουμε, ἐπειδή πιστέψαμε ὅπως λέει ὁ ψαλμός: «ἐπ' ἄρχοντας,
ἐπὶ υἱοὺς ἀνθρώπων, οἷς οὐκ ἔστι σωτηρία», καί βάψαμε τά
χέρια μας μέ αἷμα ἀδελφῶν μας καί κατά καιρούς βυθιστήκαμε στό μῖσος
καί τόν διχασμό.
Ἡ μόνη ἐλπίδα
γιά τό μέλλον, εἶναι ἡ ἀνάληψη τῆς δικῆς μας εὐθύνης, ἡ συνειδητοποίηση
τῆς δικῆς μας ἀλλοτρίωσης, πού ἐπέτρεψε σέ πολλούς πολιτικούς νά φέρονται
μέ αὐτό τόν τρόπο, ἴδιο καί ἀπαράλλακτο 180 χρόνια τώρα. Νά δώσει ὁ Θεός
νά συναισθανθοῦμε τά λάθη μας καί νά πάψει αὐτή ἡ φοβερή λήθη πού μᾶς
κάνει νά ἐπαναλαμβάνουμε διαρκῶς τίς ἴδιες ἁμαρτίες καί νά μᾶς ἀξιώσει
νά δοῦμε ἰκανούς πολιτικούς πού θά ὀδηγήσουν τήν χώρα σέ πρόοδο. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου