Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2013

Ελληνική αυτογνωσία και νέα Μεγάλη Ιδέα


«Σε όλη μου τη ζωή πίστευα ότι γνώριζα κάτι. Όμως, ήρθε μια παράξενη ημέρα που συνειδητοποίησα ότι δεν ήξερα τίποτε. Έτσι οι λέξεις έχασαν το περιεχόμενό τους. Έφθασα πολύ αργά στην έσχατη αβεβαιότητα. Ο πραγματικός στοχασμός είναι ο στοχασμός γύρω από την ταυτότητά μας». Έζρα Πάουντ.
Χρίστος Γούδης, «Έζρα Πάουντ: Οι ιδέες, η ζωή και τα ποιήματα», εκδόσεις Νέα Θέσις, σελ. 54

Η εσωτερική περιπέτεια, η αναλαμπή, η απεγνωσμένη συνειδητοποίηση της άγνοιας που κατέλαβε τον Έζρα Πάουντ στα χρόνια που αποτέλεσαν το σύνορο ανάμεσα στη δράση και την παρατεταμένη σιωπή του, θυμίζει κάτι πολύ... ελληνικό. Το αμφιλεγόμενο και αποδιδόμενο στον Σωκράτη «εν οίδα ότι ουδέν οίδα». Όμως, ο «καταραμένος» ποιητής του 20ού αιώνα, δεν μίλησε τόσο για την ασχετοσύνη του ανθρώπου στον τομέα του επιστητού. Με τούτο τον αφορισμό που απευθυνόταν στον εαυτό του, επαναλάμβανε έπειτα από χιλιετίες τα δελφικά παραγγέλματα που καλούσαν τους προσκυνητές να γνωρίσουν τον εαυτό τους. Να σκάψουν μέσα τους για να βρουν το πολύτιμο μέταλλο της επίγνωσης. Το δυσκολότερο έργο της ζωής. Για τη συντριπτική πλειονότητα των θνητών, αυτή είναι terra incognita. Κορυφή γνώσης απάτητη, την οποία ελάχιστοι διεκδικούν. Η αυτογνωσία, ως λέξη, είναι απλή. Περνάει στα κείμενα σχεδόν απαρατήρητη. Μια φευγαλέα ματιά τρέχει από πάνω της και δεν σταματάει καθόλου για να στοχαστεί ο αναγνώστης την αληθινή αξία της – η οποία μπορεί να αποτελέσει τη διαφορά ανάμεσα στην ευτυχία και τη δυστυχία. Ανάμεσα στο ζειν με νόημα και σκοπό και στη μάταιη, θλιμμένη περιπλάνηση ενός ένσαρκου ρομπότ στην κοινωνία μέχρι τον σκοτεινό αναπαμό του τάφου.
Εμείς οι Έλληνες
Η φράση του Πάουντ για την φύση του αληθινού στοχασμού, που είναι μόνο εκείνος για την ίδια μας την φύση και ταυτότητα, είναι χρήσιμη όσο ποτέ για τους Έλληνες. Εφόσον έχουμε αποκοπεί σκόπιμα από τις ρίζες μας που φτάνουν μέχρι τα αγριόχορτα και τα δέντρα που κυριαρχούν στο Δελφικό τοπίο, δεν είναι κακό να μεταλαμβάνουμε την αρχαία γνώση από τα νεότερα δισκοπότηρα της δυτικής ποίησης – λαμπρό και καταδικασμένο τέκνο της ο Πάουντ. Δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση στο εκατομμύριο να ξεφύγουμε από τα χάρτινα και ψηφιακά δεσμά που μας πέρασαν στο λαιμό και τα χέρια οι σύγχρονοι Επικυρίαρχοι αν δεν μάθουμε επιτέλους ποιοι είμαστε. Αν δεν γνωρίσουμε σαφώς τον εαυτό μας, πάντοτε θα αποτελούμε τις ιδανικές μαριονέτες για τη θανάσιμη φαντασμαγορία του θεάτρου των σκιών, όπου πρωταγωνιστούμε – θέλοντας και μη. Το κλειδί της απελευθέρωσής μας είναι η κατανόηση της φύσης μας.
Τι είμαστε; Οι κακότυχοι κληρονόμοι μιας άφταστης παράδοσης; Ένας λαός που παράγει χρέος; Μια ανόητη μάζα που πανικοβάλλεται εύκολα, σαγηνεύεται από τις Σειρήνες της κατανάλωσης και έχει ξορκίσει άπαξ διά παντός το νόημα του συλλογικού βίου της;
Όλα ξεκινούν και σταματούν στην Αγορά. Στον Δήμο που αποφασίζει αφού πρώτα στοχαστεί. Τι έχει αποφανθεί ο Δήμος για την ταυτότητά μας; Τι είναι σήμερα η ελληνικότητα; Το «λάθε βιώσας»; Το «και μη χειρότερα»; Μια χαμοζωή ανάγκης και παράκλησης; Η ικεσία στα ανάκτορα του εκάστοτε Δαρείου;
Μεγάλη ιδέα
Οι Έλληνες κατόρθωναν θαύματα όταν πίστευαν ακράδαντα σε αυτά και όταν ήταν πρόθυμοι να απαλλαγούν –έστω για λίγο- από την υποχρεωτική θλίψη και μεμψιμοιρία, που φέρνει στους ανθρώπους η κατανόηση του πεπερασμένου βίου τους. Στόχευαν σε ό,τι υψηλότερο διέθετε ο κατάλογος των επιτευγμάτων του πολιτισμού. Αθανασία μέσω της υστεροφημίας. Επικράτηση μέσω της αρετής. Φωτισμός του σκότους διά της επιστήμης. Οι Έλληνες δεν ήθελαν τίποτε λιγότερο από τα πάντα. Εύκολα κατανοήσιμο το τελευταίο. Μόνο αν αισθανθείς βαθιά μέσα σου πανίσχυρος μπορείς να επινοήσεις τραγωδία, να εφεύρεις τη δημοκρατία, να συντρίψεις την ασιατική βαρβαρότητα στον Μαραθώνα, την Σαλαμίνα, τις Πλαταιές.
Το έθνος δεν χρειάζεται «νοικοκύρεμα» για να επιβιώσει. Μια Μεγάλη Ιδέα που θα βάλει φωτιά στο παλιό, σάπιο καθεστώς των ιδιοτελών ουτιδανών χρειάζεται για να ενωθεί το κοινό των Ελλήνων και να διεκδικήσει το ανέφικτο. Δεν είμαστε πλασμένοι για καλοί ξεπληρωτές αβάσταχτων δανείων. Ούτε ο προορισμός μας είναι δυο-τρία φιλικά χτυπήματα στην πλάτη από τους κοιλιόδουλους και δύστροπους Γερμανούς τουρίστες.
Έχουμε άμεση ανάγκη από έναν ιδανικό και -για τους πολλούς- άφταστο στόχο που θα τον εμπνεύσει στον λαό μια χαρισματική ηγεσία.
Όποτε στοχεύουμε χαμηλά πετυχαίνουμε τα πόδια μας.

Δημοσιεύτηκε στην «κυριακάτικη δημοκρατία»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου