«Ἂν δὲν εἶχα γίνει Ὀρθόδοξος, δὲν ξέρω ἂν θὰ εἶχα κατορθώσει νὰ ζῶ.
Οὔτε τὸ ἕνα πόδι δὲν μπορῶ νὰ ἀπομακρύνω ἀπὸ τὸ ἄλλο, παρὰ μόνο μέσα σ’αὐτὸ τὸ γλυκύτατο φῶς, μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ δίδαξε νὰ βλέπω τὸ Χριστό, κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο, κάθε χορταράκι ὅπως τοὺς ἀστερισμοὺς τοῦ οὐρανοῦ. Γιατὶ μὲ δίδαξε ὅτι καὶ οἱ ἀστερισμοὶ οἱ πιὸ ἀπόμακροι καθρεφτίζονται στὸ πρόσωπο ἐκείνου ἢ ἐκείνης ποὺ ἀγαπῶ».(Ὀλιβιὲ Κλεμάν, «Ὀρθοδοξία καὶ πολιτική», ἐκδόσεις Μήνυμα, Ἀθήνα 1985, μετάφραση -ἐπιμέλεια Γιάννης Λάππας-Γιάννης Ζερβός).
- «Γνωρίζετε, βέβαια, τὸ πιὸ πεζὸ ἐπιχείρημα τῶν ἀθέων: Γιατί ὁ Θεὸς δὲν τὰ ρυθμίζει ὅλα αὐτὰ ἀφοῦ εἶναι παντοδύναμος; Εἶναι παντοδύναμος ὁ Θεός. Ἀλλὰ ἡ δύναμή του δὲν εἶναι αὐτὴ τῶν δικτατόρων καὶ τῶν δημίων, οὔτε κἂν ἡ δύναμη ποὺ μπορῶ νὰ ἀσκήσω μέσα στὸ μίσος μου. Ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ εἶναι –κι ἐδῶ χρησιμοποιῶ ὅρο δυσκολομετάφραστο ποὺ θέλει ἀνάλυση - ἡ Ἀγάπη.» (ὅ.π. σελ.11).
- «Οἱ καλύτεροι ψυχολόγοι, οἱ καλύτεροι παιδαγωγοί σήμερα, εἶναι ρητοί: ἡ ἀνταρσία τῶν ἐφήβων προέρχεται ἀπό τὸ γεγονός ὅτι ἀπογοητεύθηκαν κατάβαθα ἀπὸ τὸν ὥριμο ἀπόντα πατέρα ἢ πατέρα χαμένο, ποὺ γίνεται περιοδικά «flic».
Ἀλλ’ ἂς ἐμφανιστεῖ ἕνας ἄνθρωπος λιγάκι αὐθεντικός, ἕνας ἀληθινὰ ὥριμος, καὶ τότε ὅλες οἱ λιγοθυμισμένες ἀνάγκες τοῦ θαυμασμοῦ καὶ σεβασμοῦ θὰ τὸν ἀγκαλιάσουν. Ἡ ἀνταρσία τοῦ ἐφήβου ἐναντίον τοῦ πατέρα δὲν εἶναι, γενικά, ἡ ἄρνηση τῆς οὐσίας τῆς πατρότητας. Εἶναι ἡ ἀναζήτηση μιᾶς ἄλλης πατρότητας,μιᾶς πατρότητας ποὺ θὰ τὴν διάλεγε καὶ ποὺ δὲν θὰ ἐπιβάλλονταν, μιᾶς πατρότητας συνδεμένης μὲ τὴν ἐλευθερία μὲ ἕναν ἀδελφικὸ δεσμό, μιᾶς πατρότητας γιὰ τὴ μύηση στὸ Πνεῦμα.
Καὶ ἐδῶ θίγουμε ὁρισμένες ἀπὸ τὶς ρίζες τοῦ σύγχρονου ἀθεϊσμοῦ (γιατὶ ὁ «θάνατος τοῦ πατρός» εἶναι βαθιὰ δεμένος μὲ τὸν ἀθεϊσμό) καί, λοιπόν, τοὺς δρόμους τῆς θεραπείας του γιὰ μερικοὺς ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ καλούμαστε νὰ βοηθήσουμε.
Γιὰ τὸν χριστιανὸ παιδαγωγό, γιὰ τὸν χριστιανὸ μέσα στὸ χῶρο τῆς πατρότητας, τὸ πρωτότυπο θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι, κατά κάποιο τρόπο, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, ὁ πιὸ ἀρρενωπὸς καὶ ὁ πιὸ ταπεινός: «Ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι», δηλαδὴ (καὶ τοῦτο μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ κάνει αἰσθητό, ἀκόμα καὶ ἂν δὲν τὸ πεῖ): «εἶστε συγκεντρωμένοι γύρω μου, πιστεύετε ὅτι εἶστε συγκεντρωμένοι γύρω μου, ἀλλ’ ἀπατᾶσθε⋅ στὴν πραγματικότητα εἴμαστε συγκεντρωμένοι γύρω ἀπὸ τὸν Χριστό». ( Ὀλιβιέ Κλεμάν, Παρατηρήσεις ἑνός Λαϊκοῦ πάνω στὴ Μαρτυρία τῆς Πίστης, Ἀπόδοση: Λουκίας Ἰ. Μεταξᾶ, Ἀπό τὸ «Χριστιανικὸν Συμπόσιον» Ἀθῆναι 1967, Ἐκδ. Ἰ.Δ. Κολλάρου & Σιας Α.Ε.).
- «Γιατί ὅμως μᾶς δημιουργεῖ τόσα προβλήματα ἡ ἐξουσία; Μὰ γιατὶ χάσαμε τὴν ἔννοια τῆς αὐτοθυσιαστικῆς καὶ ἀπελευθερωτικῆς πατρότητας. Μόνον οἱ μοναχοὶ τὴ διατήρησαν. Πρέπει τὴν πατρότητα αὐτὴ νὰ τὴν ἀνακαλύψουμε ξανὰ μέσα στὴν κοινωνία τῶν πολιτῶν… ἕνα ἀπὸ τὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ ξεχωρίζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ ζῶα εἶναι ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἕναν πατέρα. Τὰ ζῶα δὲν ἔχουν πατέρα, ἀλλὰ μόνο γεννήτορες… Ὁ πατέρας εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πρέπει νὰ μάθει στὸ παιδί του ὅτι θὰ πεθάνει, θὰ ἀναστηθεῖ καὶ ὅτι αὐτὸ ἔχει κάποιο νόημα» ( Ὀρθοδοξία καὶ πολιτικὴ, σελ. 32).
- «Οἱ μοναχοὶ ἀντικαθιστοῦν θεληματικὰ τοὺς μάρτυρες ὅταν ἡ Ἐκκλησία γνωρίζει μιὰ σχετικὴ εἰρήνη. Ὁ μοναχὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ βυθίζεται ζωντανὸς μέσα στὸ θάνατο γιὰ νὰ βρεῖ τὴν Ἀνάσταση προκειμένου νὰ τὴν μεταδώσει στὴν ἀνθρωπότητα» (ὅ.π. σελ. 15).