Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος: Να αντισταθούμε στην παρακμή

«Μη φανταστείτε ότι μιλώ για την αυτοκριτική των άλλων, μιλώ για την αυτοκριτική τη δική μας, των θρησκευτικών λεγομένων, των εκκλησιαστικών ανθρώπων», λέει ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος στον Αλέξη Παπαχελά.
img_2311

ΕΤΙΚΕΤΕΣ:
Αντίσταση στην παρακμή και στη διαφθορά που έχει εισβάλει σε όλους τους τομείς της ζωής μας ζητεί ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος σε συνέντευξή του στην «Κ». Ο διαπρεπής ιεράρχης καλεί τους πολίτες να μάθουν να βλέπουν την πραγματικότητα με τα μάτια της αλήθειας, σημειώνοντας ότι «η οικονομική κρίση δεν ήρθε σαν αλεξίπτωτο από τον ουρανό. Είναι μία συνέπεια μιας συμπεριφοράς, ενός τρόπου ζωής του λαού μας».
Προσθέτει, μάλιστα, με έμφαση ότι για την κατάσταση που δημιουργήθηκε στη χώρα έχουμε όλοι μας ευθύνη. Γιατί, όπως εξηγεί, με τον έναν τρόπο ή τον άλλο κάναμε όλοι ζαβολιές και πήραμε με το δαχτυλάκι μας κάτι από το μέλι. Είναι καιρός για σοβαρή αυτοκριτική και μετάνοια από τον ελληνικό λαό γιατί η αιτία της κρίσης είμαστε εμείς και όχι οι ξένοι.
Ακόμη, ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος αντιτίθεται στις φωνές περί μοντερνισμού της Εκκλησίας, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι δεν πρόκειται να γίνει MKO. «Το νερό δεν χρειάζεται μοντερνισμό. Το νερό που έπιναν ο Ομηρος και οι άλλοι, το πίνουμε κι εμείς σήμερα. Δεν είμαστε πιο μοντέρνοι επειδή θα πιούμε κόκα κόλα», σημειώνει. Τέλος, μιλώντας για τον πόλεμο του Ισλάμ στην Ευρώπη, ζητεί από τη Δύση να μελετήσει τις αδικίες που έχει κάνει και να πάψει να υπονομεύει τον χριστιανισμό – γιατί αυτό δημιουργεί κενό πίστης στο οποίο ευκολότερα εισδύει το Ισλάμ.
– Ανταποκρινόμαστε αυτή την ώρα ως λαός στις υποχρεώσεις που έχουμε απέναντι στην Ιστορία; Ως Ελλάδα;
– Ακούστε, έχω την αίσθηση ότι είμαστε σε μια φάση κάμψεως. Δεν τίθεται θέμα. Δεν θα έλεγα παρακμής, αλλά κάμψεως. Ξέρω ότι πολλές φορές και σε άρθρα της «Καθημερινής» ίσως παρουσιάζεται πολύ πιο έντονη αυτή η φάση της παρακμής. Αλλά, νομίζω ότι εκείνο το οποίο πρέπει να μας απασχολήσει δεν είναι ότι είμαστε άρρωστοι, αλλά ποια είναι η θεραπεία. Ολοι περνάμε κάποια αρρώστια. Το θέμα είναι σωστά να την προσδιορίσουμε, να γίνει η σωστή διάγνωση και όταν έχουμε καρκίνο, να μην παίρνουμε φάρμακα για τη γρίπη. Οταν είναι κάτι πολύ σοβαρό, θα πάρουμε τα ανάλογα φάρμακα. Και νομίζω αυτό το οποίο, το βλέπω ότι έχει λείψει εδώ, είναι η σοβαρή αυτοκριτική. Η ίδια η λέξη χρησιμοποιείται πολλές φορές ως επίθεση εναντίον των άλλων.
«Κάποιοι άλλοι πρέπει να κάνουν αυτοκριτική, ας πούμε οι πολιτικοί, οι οικονομικοί παράγοντες». Προφανώς πρέπει να κάνουν αυτοί. Αλλά, όλος ο λαός πρέπει να κάνει αυτοκριτική. Και αυτός είναι ο ρόλος της Εκκλησίας, να τον βοηθήσει να κάνει αυτή την αυτοκριτική. Δηλαδή, φταίει πάντα κάποιος ξένος, τον ονομάζουμε έτσι ή αλλιώς, μπορεί να είναι Γερμανός, μπορεί να είναι Αμερικανός, μπορεί να είναι Τούρκος. Μα, επιτέλους φταίμε εμείς. Αυτή την αυτοκριτική έχω την εντύπωση ότι δεν την έχουμε κάνει. Και δεν είναι εύκολo να την κάνουμε. Δηλαδή λέμε «διαφθορά». Η διαφθορά πώς ονομάζεται; Είναι μια πλανωμένη, πώς να την πω; Σαν ένα φάντασμα, σαν ένα σύννεφο. Εχει ονόματα η διαφθορά. Σημαίνει ψέμα, σημαίνει πλεονεξία, σημαίνει εγωκεντρισμός. Αυτά τα πράγματα είναι μόνο στους πολιτικούς και στους οικονομικούς παράγοντες; Και στα μέσα ενημερώσεως; Δεν είναι στα περισσότερα σπίτια; Δηλαδή το «σπορ» που λέγεται «φοροδιαφυγή» είναι για ορισμένους μόνο; Ολη αυτή η ευκολία με την οποία δηλώνουμε ότι ο πατέρας μας πρέπει να πάρει σύνταξη και ο πατέρας μας έχει πεθάνει, δεν είναι παρακμή; Θέλω να πω ότι πρέπει να μάθουμε να βλέπουμε την πραγματικότητα όπως είναι. Και υπάρχει μία άλλη λέξη που είναι επίσης εντελώς εκκλησιαστική και δεν ηχεί πολύ καλά, αλλά είναι η κεντρική λέξη του χριστιανισμού: «Μετάνοια». Αν δεν αποφασίσουμε πραγματικά να διορθώσουμε αυτό το οποίο γίνεται, πώς θα υπάρξει η αλλαγή; Πώς θα πάρουμε τη θέση που έχουμε μέσα στην Ευρώπη και στον παγκόσμιο χώρο;
Και από αυτής της πλευράς, επαναλαμβάνω και πάλι, μη φανταστείτε ότι εγώ μιλώ για την αυτοκριτική των άλλων, μιλώ για την αυτοκριτική τη δική μας, των θρησκευτικών λεγομένων, των εκκλησιαστικών ανθρώπων. Επιμένω τον τελευταίο καιρό και έχω καταντήσει λίγο σαν εκείνους που αποστηθίζουν τους στίχους, να επαναλαμβάνω αυτόν τον στίχο που είναι στην Παλαιά Διαθήκη, στις παροιμίες. «Αληθεύειν και ποιείν δίκαια», παρότι είναι μια μετάφραση 22 αιώνες πριν, όλες αυτές οι λέξεις είναι πολύ σαφείς και στη σημερινή πραγματικότητα «αληθεύει και ποιείν δίκαια αρεστά τω Θεώ μάλλον ή θυσιών αίμα»: «Το να είναι κανείς αληθινός και δίκαιος, αυτό αρέσει στον Θεό πολύ περισσότερο από τα αίματα των θυσιών».
Θα έλεγα μεταφράζοντας στη σημερινή πραγματικότητα από τις πολλές μετάνοιες, από τα πολλά κεριά, από τις πολλές άλλες εξωτερικές εκφράσεις θρησκευτικότητας. Αν δεν καλλιεργήσουμε αυτό το πνεύμα της αλήθειας που δεν εύκολο, και της Δικαιοσύνης που δεν είναι εύκολο, δεν έχουμε τη δυνατότητα να βοηθήσουμε τον λαό σε μια αληθινή ορθόδοξη πνευματικότητα. Και αυτό νομίζω πρέπει να το κάνουμε. Εγώ τουλάχιστον στην Αλβανία αυτό τονίζω στους ορθόδοξους. Το να είσαι ορθόδοξος, δεν σημαίνει απλώς ότι κάνεις τον σταυρό σου έτσι, ενώ οι άλλοι τον κάνουν αλλιώς ή άλλοι δεν τον κάνουν καθόλου, αλλά είναι ότι με τη ζωή σου προσπαθείς να είσαι άνθρωπος της αλήθειας, άνθρωπος της Δικαιοσύνης. Αυτό φέρνει την αλλαγή. Και δόξα τω Θεώ υπάρχουν πάρα πολλοί άνθρωποι εδώ που ζουν αυτό το πράγμα. Κι εσείς έχετε γνωρίσει κ. Παπαχελά. Δεν είναι οι επώνυμοι, αυτοί που παρουσιάζονται, είναι οι απλοί άνθρωποι πολλοί, οι οποίοι ακτινοβολούν αυτή την πραγματικότητα με αθόρυβο τρόπο αλλά πολύ ουσιαστικό. Λοιπόν, εγώ δεν ανησυχώ, δεν ξέρω, έχω μια αισιοδοξία για το μέλλον, αλλά θέτω υπό τις προϋποθέσεις αυτές, ότι θα γίνουμε πραγματικά ορθόδοξοι δηλαδή.
– Μακαριώτατε, έχετε μιλήσει για την οικονομική κρίση, η οποία μαστίζει την Ελλάδα, αλλά όχι μόνο την Ελλάδα, και έχετε πει ότι είναι μια μορφή πολέμου, εν πάση περιπτώσει. Προφανώς, με θύματα και με θύτες. Μιλήστε μας γι’ αυτό, το πώς βλέπετε εσείς αυτή την κρίση και ποιος ο ρόλος της Εκκλησίας –αν θέλετε– για τα θύματά της;
– Αναφέρθηκα προηγουμένως στην αρρώστια, έτσι; Η οικονομική κρίση δεν ήρθε σαν αλεξίπτωτο από τον ουρανό, είναι μία συνέπεια μιας συμπεριφοράς, ενός τρόπου ζωής του λαού μας. Εχω την εντύπωση ότι για μια περίοδο είχαμε πάρει μεγάλη φόρα, ότι πρέπει να ζούμε πολύ έτσι, ευτυχισμένοι, με δανεικά. Αυτό τουλάχιστον για μένα αποτελούσε πάντοτε ένα ερώτημα. Θυμάμαι τον μακαρίτη τον πατέρα μου, που μας έλεγε πάντοτε «μη δανείζεστε». Εδώ οι μεγάλοι οικονομολόγοι είχαν τη βεβαιότητα ότι θα δανειστούμε και στο τέλος θα μας τα χαρίσουν οι άλλοι. Εχω την εντύπωση ότι υπήρξε μια απλοποίηση για πολλά πράγματα, και κυρίως δεν υπήρξε η ενημέρωση του κόσμου. Ο κόσμος ήταν ευτυχής, οι τράπεζες του έλεγαν «δανείσου για να κάνεις διακοπές».
Αρα, σε όλη αυτή την περιπέτεια, βεβαίως μπορεί να μην είναι ακριβές εκείνο το οποίο έχει λεχθεί κατά καιρούς ότι «όλοι τα φάγαμε», αλλά έχει ένα στοιχείο αλήθειας ότι όλοι έχουμε, λίγο, με τον ένα τρόπο ή τον άλλο, με το δαχτυλάκι μας, πάρει κάτι από το μέλι αυτό. Δηλαδή, σε μια εποχή που μας έδιναν οι Ευρωπαίοι τόσα χρήματα για να υπάρξει ουσιαστική ανάπτυξη των υποδομών, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ο τάδε που είχε δέκα πρόβατα, έπρεπε να τα δηλώσει εκατό, για να έχει μεγαλύτερες αποδοχές. Αυτός δεν είναι ο επίσημος, δεν είναι ο πολιτικός, είναι ο απλός λαός. Αλλά και ο απλός λαός έκανε τέτοιες ζαβολιές, έτσι; Ή εκείνοι οι οποίοι έπαιρναν επιδόματα, δήλωναν τυφλοί, ενώ δεν ήταν τυφλοί, ή κωφοί και δεν ήταν κωφοί. Εχουμε μέρος ευθύνης, λίγο ή πολύ, πάρα πολλοί άνθρωποι, υπάρχουν και άλλοι που δεν έχουν ευθύνη, δεν τίθεται ζήτημα. Αλλά γενικά μιλώντας, πρέπει να καταλάβουμε ότι έχουμε ευθύνη.
Σας είπα και προηγουμένως, η αντίσταση σε αυτό, δεν είναι οι γενικές θεωρίες, να είσαστε καλοί άνθρωποι, να λέτε την αλήθεια και τέτοια πράγματα, είναι η καλλιέργεια μιας πνευματικότητας, ένας τρόπος ζωής. Τι είναι αυτό που σημαίνει πραγματικά μια ευλογημένη και ευτυχισμένη ζωή; Να έχεις περισσότερα χρήματα και να κάνεις περισσότερα ταξίδια; Ή να είσαι πράγματι ένας άνθρωπος δίκαιος και αληθινός, ένας άνθρωπος της αγάπης; Εδώ είναι ο μεγάλος ρόλος της Εκκλησίας. Και καταλαβαίνουμε πάρα πολύ. Και σας είπα, ποιος είναι ο καλός ορθόδοξος; Αυτός ο οποίος έχει κάνει ένα σωρό ζαβολιές και ο οποίος κάνει και μία αφιέρωση μιας εικόνας στην εκκλησία και έχει τη συνείδησή του ήσυχη; Ε, όχι δεν είναι έτσι.
Εμείς πρέπει να μιλήσουμε με προφητικό τρόπο και να πούμε «ακούστε, δεν είναι έτσι τα πράγματα». Αν διαβάσουμε όλα τα κείμενα τα οποία διαβάζονται στην Εκκλησία μας. Να μιλήσω για τη μεγάλη τη Σαρακοστή, τις προφητείες του Ησαΐα, μιλoύν αδιάκοπα για δικαιοσύνη και αλήθεια. Είναι ένα πρόβλημα, το οποίο με έχει πραγματικά απασχολήσει, ότι είναι ακατανόητα αυτά τα κείμενα σήμερα όπως διαβάζονται, γιατί είναι στη γλώσσα την πιο παλιά που την έχουμε αφήσει. Αλλά τα μηνύματα είναι αυτά. Αν θες πραγματικά να είσαι ορθόδοξος, δεν μπορείς να είσαι άνθρωπος ο οποίος κάνεις αδικίες, ο οποίος εκμεταλλεύεσαι τον άλλο, ο οποίος λες ψέματα, ο οποίος ζεις μια ζωή ανήθικη. Κατόπιν λες και ένα «Κύριε Ελέησον» και τέλειωσε, δεν είναι έτσι τα πράγματα.
Εχουμε αθωώσει το ψέμα, το θεωρούμε αυτονόητο
– Νιώθετε ίσως το γεγονός ότι έχει «στεγνώσει» από πνευματικότητα η Ορθοδοξία για τον Ελληνα; Οτι έχει γίνει απλώς μια συνήθεια, το Πάσχα, τα Χριστούγεννα, και κάπου εκεί τελειώνει το πράγμα;
– Θα σας έλεγα, αποφεύγω τις γενικότητες, ότι για τον Ελληνα έχει γίνει έτσι. Υπάρχουν πολλοί Ελληνες για τους οποίους έχει γίνει έτσι. Αλλά υπάρχουν και πάρα πολλοί Ελληνες για τους οποίους δεν έχει γίνει έτσι. Υπάρχουν υπέροχοι άνθρωποι, οι οποίοι ζουν αληθινά, δεν κάνουν θόρυβο, ίσως δεν είναι γνωστοί πολύ, αλλά ζουν αληθινά την Ορθοδοξία με αυτόν τον τρόπο. Υπάρχουν όμως και άλλοι, που λέτε ότι προτιμούν να ανάψουν τη λαμπάδα και να φύγουν, και να μη μείνουν στη λειτουργία του Πάσχα, οι περισσότεροι. Αλλά αυτό είναι ένα θέμα το οποίο πρέπει να μας απασχολήσει. Ξέρω ότι πολλοί τώρα συζητούν για τις αιρέσεις, για το ένα, για το άλλο, εντάξει.
Για εμένα εκείνο το οποίο βλέπω να πλανιέται είναι μια αδιαφορία και αν θέλετε δεν θα το έλεγα αθεΐα, οι λέξεις είναι πολύ βαριές. Μία αδιαφορία, η οποία θέλει άλλους τρόπους για να ξεπεραστεί. Πρέπει να μιλήσουμε περισσότερο για τα βασικά θέματα της δικής μας της πίστεως. Θέλει δουλειά, και εδώ είναι μεγάλη η ευθύνη της Εκκλησίας. Δηλαδή καλές είναι οι τελετές, αλλά δεν φτάνουν. «Ποιείν δίκαια και αληθεύειν αρεστά παρά Θεώ μάλλον ή θυσιών αίμα». Θυμάμαι τώρα μιαν άλλη κριτική την οποία έκανε ο Ντοστογιέφσκι σχετικά με το ψέμα, γιατί νομίζω ότι το μεγάλο πρόβλημα και εδώ, είναι ότι το ψέμα έχει αθωωθεί. Δεν θεωρείται λάθος ή αμαρτία ή έγκλημα. Ελεγε λοιπόν ο Ντοστογιέφσκι, νομίζω στους «Αδερφούς Καραμαζώφ», «μη λέτε ψέματα στους άλλους, μη λέτε ψέματα στον εαυτό σας. Γιατί όταν λέτε ψέματα στον εαυτό σας και στους άλλους, σιγά σιγά θα χάσετε την εκτίμηση στον εαυτό σας και στους άλλους. Και όταν χάσετε την εκτίμηση στον εαυτό σας και στους άλλους, όλα τα πάθη ευκολότερα θα αναπτυχθούν, και κυρίως δεν θα μπορείτε να αγαπάτε. Και κατόπιν θα έχετε και το παράπονο ότι είστε αδικημένοι. Είναι ωραίο να παίζει κανείς τον ρόλο του αδικημένου, έτσι»;
Το παραφράζω, δεν θυμάμαι τις λέξεις ακριβώς του Ντοστογιέφσκι. Αυτό δεν συμβαίνει; Εχουμε αθωώσει το ψέμα, είναι καθημερινή πραγματικότητα, και πολλές φορές μπορεί να γίνει και σπορ· το θεωρούμε αυτονόητο. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί, όμως. Δηλαδή, δεν μπορεί να είναι αυτό ορθόδοξο.
Το πολιτικό στοιχείο είναι δεμένο στο Ισλάμ
– Eχετε ασχοληθεί πάρα πολύ με το Ισλάμ και είναι κάτι που όχι μόνο ακαδημαϊκά, το έχετε ζήσει κιόλας. Ισλάμ και χριστιανισμός μπορούν να ζήσουν μαζί; Μπορούν να συμβιώσουν;
– Για το Ισλάμ, πράγματι όπως είπατε τόλμησα κι έγραψα και δημοσίευσα το πρώτο βιβλίο το 1976, όταν έγινα καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τον πρώτο καιρό μιλούσα για τις δικές μου έρευνες που έκανα στην αφρικανική θρησκευτικότητα. Κατόπιν, κατάλαβα ότι το πιο σημαντικό πράγμα ήταν το Ισλάμ εδώ κι έψαξα τη βιβλιογραφία και είδα ότι δεν υπήρχε προηγουμένως κείμενο συστηματικό. Δηλαδή, πρέπει να έχουμε το θάρρος να βλέπουμε τον άλλο στο σύνολό του. Να βλέπουμε το Ισλάμ όχι σε μερικές εκφράσεις του μόνο, αλλά στο σύνολο. Αυτό δεν υπήρχε. Και έτσι αποφασίσαμε και στο πανεπιστήμιο οι φοιτητές μου ότι έπρεπε να δίνουν και εξετάσεις στο Ισλάμ. Πολλοί από αυτούς έχουν γίνει σήμερα μητροπολίτες και μερικοί είναι και Πατριάρχες.
Το Ισλάμ δεν είναι μια εύκολη υπόθεση. Το Ισλάμ οπωσδήποτε έχει μια συνέχεια, καμιά φορά λέω, έχει πάρει τόσα στοιχεία από τον χριστιανισμό, από τον ιουδαϊσμό, από την πολυαραβική θρησκεία με τον δικό του τρόπο. Αλλά το πολιτικό στοιχείο στο Ισλάμ είναι δεμένο, και δεν το έχουμε καταλάβει. Και επίσης δεν έχουμε καταλάβει ότι δεν υπάρχει ένα ενιαίο Ισλάμ. Μόλις τώρα καταλαβαίνουμε και εμείς τη σύγκρουση που υπάρχει μεταξύ σουνιτικού και σιιτικού Ισλάμ. Αλλά πέρα από αυτό είναι πώς το ζουν το Ισλάμ ορισμένοι, κάτω από τα κηρύγματα των πιο ακραίων φανατικών και τα παρακολουθούμε τώρα πώς γίνονται. Και ξέρετε οι ακραίες ερμηνείες είναι πολύ πιο ευπρόσδεκτες από τον απλό λαό από ό,τι οι λεγόμενες συνθετικές και πιο ήπιες. Είναι σε μια εξέλιξη το πράγμα και φοβούμαι ότι στη Δύση δεν είχαν ποτέ συστηματικά ασχοληθεί με τη μελέτη αυτού του φαινομένου.
Είναι πολύ πιο σύνθετο φαινόμενο από ό,τι φαίνεται. Οταν... βλέπετε όλη αυτή τη βία. Πολλές φορές λέμε «α, δεν είναι βία. Το Ισλάμ δεν είναι βίαιο, είναι μια μορφή βιαιότητος». Ναι, αλλά ο άλλος που παίρνει το μαχαίρι πρόσφατα και σκοτώνει τους αθώους και φωνάζοντας αντί να λέει «Δόξα τω Θεώ» λέει «Αλλάχ ακμπάρ», «ο Θεός είναι δυνατός», κάτι σημαίνει εν πάση περιπτώσει. Οταν ό,τι έγινε για τους Πύργους στη Νέα Υόρκη είχε μια προετοιμασία –μελέτες του Κορανίου– έχει μια σημασία αυτό το πράγμα. Δηλαδή, δεν νομίζω ότι τα πράγματα είναι τόσο πολύ απλά και ρομαντικά. Να σας πω, όμως, κάτι το οποίο ίσως να φανεί λίγο παράδοξο.
Πριν από πολλά χρόνια είχα διατυπώσει την εξής άποψη σε περιβάλλοντα λίγο διεθνή. Οτι ο 20ός αιώνας είχε το φαινόμενο αυτό το οποίο γνωρίζουμε με τα κομμουνιστικά καθεστώτα, μια αντίσταση στην παλαιά αριστοκρατία και στους πλουσίους κάτω από συνθήματα του διαλλακτικού υλισμού, που ήταν γερμανικό κατασκεύασμα και προχώρησε με αυτά τα συνθήματα. Βεβαίως στο τέλος οδηγήθηκε στην περιπέτεια που ξέρουμε. Και έλεγα το ότι φοβούμαι ότι στον 21ο αιώνα αδικημένες κοινωνίες που έχουν την αίσθηση ότι είναι παραγκωνισμένες και υποτιμημένες από τις πλούσιες χώρες που δήθεν είναι χριστιανικές θα κάνουν έναν άλλο τύπο επαναστάσεως, τον οποίο δεν μπορούμε να προβλέψουμε χρησιμοποιώντας συνθήματα θρησκευτικά. Και αυτό το βλέπω. Δηλαδή πάρα πολλές από αυτές τις αδικημένες κοινωνίες, που κάποτε ήταν κάτω από την αποικιοκρατία των δυτικών δυνάμεων που έβαζαν και το όνομα χριστιανισμός, έχουν εξεγερθεί με συνθήματα τέτοια. Και αυτά τα συνθήματα τα θρησκευτικά δεν αντιμετωπίζονται με τανκς και αεροπλάνα. Να ξέρετε το θρησκευτικό βήμα είναι πάρα πολύ ευαίσθητο και μπερδεμένο, είναι λίγο σαν την πυρηνική ενέργεια. Οταν αρχίζει να διαχέεται δεν μαζεύεται.
– Και η απάντηση της Δύσης, ποια πρέπει να είναι;
– Η απάντηση της Δύσης είναι περισσότερη σοβαρότητα, περισσότερο να μελετήσει σοβαρά πρώτα από όλα τις αδικίες που έχει κάνει και δεύτερον να φροντίσει να διορθώσει ένα φοβερό λάθος που έκανε. Η Ευρώπη ιδιαίτερα, περισσότερο από την Αμερική σνόμπαρε τον χριστιανισμό. Πραγματικά προσπάθησε να τον υπονομεύσει και δημιούργησε ένα κενό πίστεως στο οποίο κενό πίστεως, το Ισλάμ ευκολότερα εισδύει. Προσφέρει μια πίστη. Απλή, που πολύ γρήγορα, μέσα σε πέντε λεπτά την προσδιορίζει, αλλά προσφέρει μια πίστη. Και μια Ευρώπη χωρίς πίστη δεν ξέρω εάν θα αντέξει. Αρα, η αντίσταση είναι μια ζωντανή πίστη στον Θεό της αγάπης για να μπορέσει όλη αυτή η βία, που με συνθήματα άλλα εξελίσσεται, να περιοριστεί.
Κοιτάξτε, έχω την αίσθηση ότι είμαστε καθυστερημένοι, είπατε προηγουμένως για μοντερνισμό. Ποιος είχε υπολογίσει τον τρόπο; Σε ποιες στρατιωτικές σχολές είχε υπολογιστεί ο πόλεμος όπως γίνεται σήμερα; Μιλούσαν για τον παλιό πόλεμο επί Ναπολέοντος… Αλλος τύπος πολέμου σήμερα. Διαφορετικός, ασύμμετρος. Ποιος τον είχε υπολογίσει; Αυτά είναι τα τεράστια κενά της Δύσεως. Ποιος είχε υπολογίσει τη δύναμη του θρησκευτικού βιώματος στον πόλεμο; Oλα είχαν –πώς το λένε– με περιφρόνηση μιλήσει για τη θρησκεία ότι είναι ένα πράγμα ξεπερασμένο. Δεν είναι ξεπερασμένο ό,τι ανήκει στην ουσία της ανθρωπίνης υπάρξεως και της λαχτάρας. Γι’ αυτό λοιπόν, η ευθύνη των Εκκλησιών είναι τεραστία.
Οι χριστιανοί πρέπει να είμαστε όλοι μαζί και κυρίως μιλάω για την Ορθοδοξία. Η Ορθοδοξία δε μπορεί να είναι απλώς ένα μουσείο του παρελθόντος. Μιλούμε για μια Ορθοδοξία ζωντανή, ενωμένη που έχει ένα ρόλο και μια αποστολή στη σύγχρονη κοινωνία. Αλλά αυτό δεν θα το δώσουμε με γενικότητες και αοριστίες, θα μιλήσουμε για τα ουσιαστικά της δικής μας της πίστεως. Ξαναγυρίζω πάλι σε αυτό που σας είπα ότι αυτός ο Θεός στον οποίο απευθυνόμαστε είναι Θεός Αλήθειας, Δικαιοσύνης και Αγάπης και Θυσίας. Και αυτό το στοιχείο ποιος άλλος θα το προσφέρει; Παρά μόνο μια ζωντανή Εκκλησία. Θυμάμαι τώρα έναν στίχο του Eλιοτ, μερικά ξέρετε, αυτά που διαβάζαμε στα νεανικά μας χρόνια έχουν κολλήσει και ξαναγυρίζουν και στα μεγάλα χρόνια που ζούμε τώρα. «Πού είσαι σοφία, που σε χάσαμε στη γνώση. Και πού είσαι γνώση, που σε χάσαμε στην πληροφόρηση». Δεν θέλω να μιλήσω εναντίον των μέσων ενημερώσεως που ασχολούνται με την πληροφόρηση. Και τελικά κάτι άλλο το οποίο έλεγε, αυτό το είχε γράψει νομίζω πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε αυτό το «Πείραμα του Βράχου» και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε προσθέσει το εξής: «Η μόνη σοφία που μπορούμε να αποκτήσουμε στη ζωή είναι η ταπεινοφροσύνη. Η ταπεινοφροσύνη δεν έχει τέλος».
– Θέλω να μείνω για ένα λεπτό στο θέμα της Ευρώπης. Η Ευρώπη γερνάει, η Ευρώπη αντιμετωπίζει το πρόβλημα της τρομοκρατίας και μια φοβερή πίεση από μια ήπειρο που την ξέρετε καλά – όλο αυτό το κύμα της μετανάστευσης. Θα αντέξει πιστεύετε η Ευρώπη σε αυτές τις πιέσεις;
– Κοιτάξτε. Προφητικό χάρισμα δεν έχω, αλλά νομίζω ότι η Ευρώπη έχει πολλά αντισώματα, τα οποία σε κρίσιμες στιγμές ενεργοποιούνται. Είχαμε αυτοδιαλυθεί με τους πολέμους στην Ευρώπη, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αρχίσαμε και σκεπτόμαστε ότι καιρός πια να είμαστε όλοι μαζί ενωμένοι παρά τις διαφορές μας. Εχω την αίσθηση ότι η Ευρώπη έχει τέτοιες δυνατότητες και τέτοια αντισώματα.
Η Ευρώπη μέσα στην οποία ο Χριστιανισμός είναι μια ζωντανή πραγματικότητα, έχει τεράστιες δυνατότητες. Γιατί παραμένει πάντοτε με όλον αυτόν τον πλούτο της παραδόσεως και της δυναμικότητας των ανθρώπων. Και μέσα στην Ευρώπη δεν βλέπω μόνο την Ε.Ε. Βλέπω και τη Ρωσία, βλέπω και άλλες περιοχές έτσι; Αλλά το θέμα δεν είναι προφητείες αυτή τη στιγμή. Το θέμα είναι επιστράτευση και εγρήγορση για να μπορέσουμε όλα τα δυναμικά στοιχεία που έχουμε μέσα μας περισσότερο να τα αναπτύξουμε.
Η Εκκλησία δεν πρόκειται να γίνει ΜΚΟ
– Eχω διαβάσει μερικά από τα γραπτά σας, που λέτε ότι η Εκκλησία πρέπει να γίνει πιο μοντέρνα, να ανοιχτεί στα νέα ρεύματα της κοινωνίας. Από την άλλη, όμως, αυτό που βλέπουμε είναι ότι ο κόσμος που ανήκει στην Εκκλησία, ο σκληρός πυρήνας, θέλει μια επιστροφή στην παράδοση –αν θέλετε– σε πιο παραδοσιακές αξίες. Πώς συμβιβάζονται αυτά τα δύο;
– Σε πάρα πολλά κείμενα, και στο «Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία» και στο τελευταίο «Εγρήγορση» κ.λπ., εκείνο το οποίο τονίζω είναι ότι η Εκκλησία θα μείνει πιστή σε αυτό που είναι, να είναι Εκκλησία. Δεν πρόκειται να γίνει μια ΜΚΟ, ένας κοινωνικός θεσμός απλώς. Αν χάσει τον μυστηριακό, σωτηριολογικό της χαρακτήρα, αν πάψει να μιλάει για τα ουσιαστικά προβλήματα της ζωής, του θανάτου και της ελπίδος, δεν είναι πια Εκκλησία. Αρα, επ’ ουδενί λόγω θα πρέπει να σκεφτούμε ότι θα αλλάξει τον χαρακτήρα της, ίσα ίσα πρέπει να βρει τον χαρακτήρα της. Να μιλάει αδιάκοπα γι’ αυτά τα ουσιαστικά θέματα, ζωής, θανάτου, ελπίδος, δικαιοσύνης, αλήθειας. Αλίμονο αν δεν μιλάει γι’ αυτά. Αλίμονο αν πάψει να είναι το μυστικό σώμα του Χριστού στην κοινωνία, αλλά και σε οποιαδήποτε κοινωνία.
Κοιτάξτε, το νερό δεν χρειάζεται μοντερνισμό. Το νερό που έπιναν ο Ομηρος και οι άλλοι το πίνουμε κι εμείς σήμερα. Δεν είμαστε πιο μοντέρνοι επειδή θα πιούμε κόκα κόλα. Η Εκκλησία αδιάκοπα μεταφέρει αυτό το μήνυμα του ζώντος Θεού, του Θεού της αγάπης, μεταφέρει αυτό το παράδοξο ότι ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη, εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ. Αυτό βεβαίως θα εκφραστεί –η αγάπη– με άλλους τρόπους, με άλλη γλώσσα, με άλλες πρωτοβουλίες, με άλλα έργα, τα οποία γίνονται, αλλά αυτό παραμένει η μόνιμη ταυτότητα της Εκκλησίας, από τότε που ιδρύθηκε μέχρι σήμερα. Υπάρχουν βεβαίως άνθρωποι που λένε «αυτά είναι τώρα αστειότητες». Εξαρτάται. Η αγάπη θα εκφραστεί με λόγο, θα εκφραστεί με σιωπή, με χαμόγελο, θα εκφραστεί και με συμπαράσταση αλλά και με έργα, και το ένα και το άλλο. Οταν ο Απόστολος Παύλος μιλάει αδιάκοπα για έργα, όταν ο ίδιος ο Κύριος, ο οποίος είναι ο Λόγος του Θεού, λέει ότι όλα αυτά πρέπει να έχουν μέσα το στοιχείο της αγάπης. Ολα μεταμορφώνονται χάρη σε αυτό.
Είμαι απολύτως βέβαιος ότι αυτό το πράγμα δεν μπορεί να το κάνει κανένας άλλος θεσμός κοινωνικός. Ξέρετε ότι ο δικός μου χώρος στο πανεπιστήμιο για 20 χρόνια ήταν τα μη χριστιανικά θρησκεύματα. Και είχα την ευκαιρία, εκτός από τις σπουδές, ας πούμε τις θεολογικές, εδώ και στη Γερμανία, να ταξιδεύω σε όλον τον κόσμο. Είμαι απόλυτα βεβαιωμένος ότι από τα πιο συνταρακτικά κείμενα τα οποία έχουν γραφεί σχετικά με το υπερβατικό, με τη λαχτάρα του απολύτου, είναι αυτή η διατύπωση του Αποστόλου Ιωάννου «ο Θεός αγάπη εστί». Και το γεγονός ότι αυτό το παράδοξο, βεβαίως, το απίστευτο για πολλούς ανθρώπους, αλλά το συνταρακτικό για όλους μας ότι αυτός ο Θεός της αγάπης ήρθε όχι σαν αυτοκράτορας, όχι σαν ένας μεγάλος στρατηγός, αλλά ανάμεσά μας και έζησε όπως έζησε. Αν αυτά η Εκκλησία παύει να τα ακτινοβολεί και να τα ζει, τι Εκκλησία είναι τότε;
Είμαι αισιόδοξος γιατί έχουμε τεράστιες δυνατότητες
– Και θέλω έτσι κλείνοντας αυτή τη συζήτηση, επειδή έχετε έναν τρόπο να κοιτάτε τον κόσμο και να μιλάτε στην ψυχή του, τι θα λέγατε στον μέσο Eλληνα ο οποίος νιώθει πολλές φορές ότι δεν υπάρχει φως στο βάθος αυτής της κρίσης;
– Α, θα του έλεγα το πολύ απλό: «Μη συμφιλιωθείς με την παρακμή. Θα κάνουμε αντίσταση στην παρακμή». Εγώ έζησα τα νεανικά μου χρόνια, άρχισα να πρωτονιώθω τον εαυτό μου στα γερμανικά χρόνια. Ξέρετε, είμαι μεγάλος πια, είμαι 88. Λοιπόν, δεν συμφιλιωθήκαμε με εκείνη την περίπτωση. Αντισταθήκαμε. Σήμερα, η παρακμή είναι διαφορετική. Θα αντισταθούμε σε αυτήν την παρακμή. Και πρέπει να σας πω ότι στους ανθρώπους που με επισκέπτονται –μπορεί να είναι από διάφορες κατηγορίες και από διάφορες ειδικότητες–, όταν τους εύχομαι, τους εύχομαι πάντα το εξής: «Κάνε αντίσταση ποιότητος στον τομέα που βρίσκεσαι». Είσαι γιατρός. Θα αντισταθείς, δεν θα πάρεις τα φακελάκια. Είσαι, πώς το λένε; Θρησκευτικός. Θα αντισταθείς. Δεν θα συμφιλιωθείς με την εξωτερική μόνο μορφή της θρησκευτικότητος. Θα ζήσεις το μυστήριο της πίστεως βαθιά. Αντιστάσου.
Νομίζω ότι αυτό το σύνθημα μπορεί να περάσει σε όλους μας. Ακούστε, δεν χρειάζεται όλοι να το κάνουν αυτό. Πολλές φορές τα λίγα κύτταρα του οργανισμού δημιουργούν αντίσταση στα κύτταρα τα καρκινικά. Λοιπόν, εγώ είμαι αισιόδοξος. Αισιόδοξος για το μέλλον της Ελλάδας. Κύριε Παπαχελά, είμαστε πλούσιος λαός. Η θέση στην οποία βρισκόμαστε, η ομορφιά μέσα στην οποία ζούμε, η παράδοση την οποία έχουμε, τα παραδείγματα τα οποία έχουμε· μόνο ο καιρός. Περισσότερο να σκεπτόμαστε τον Καποδίστρια και λιγότερο μερικούς άλλους που πρόδωσαν την Ελλάδα. Περισσότερο να σκεπτόμαστε τις μορφές τις όμορφες της Ιστορίας, αν θέλετε περισσότερο να βλέπουμε τις γιαγιάδες στα νησιά μας, που έπαιρναν και έδιναν στα πιτσιρίκια που ερχόντουσαν ως πρόσφυγες το γάλα, παρά μερικούς άλλους ανθρώπους, οι οποίοι απλώς εκμεταλλεύονται το Α και το Β. Eχουμε τεράστιες δυνατότητες αντιστάσεως.
Eχουμε τεράστιες δυνατότητες ακτινοβολίας. Δεν θα το κάνουμε επειδή είμαστε πλειοψηφία. Και ποιος είπε ότι η ομορφιά σχετίζεται πάντα με τον όγκο; Και εγώ πιστεύω σε μία Ορθοδοξία και το λέω πολύ συχνά, ότι υπάρχουν τρία πράγματα στην Ορθοδοξία που πάντα είναι μαζί: η αλήθεια, η αγάπη και το κάλλος. Λοιπόν, αυτά τα έχουμε στην Ελλάδα σαν μια ολόκληρη παράδοση με χίλιους τρόπους. Αυτά πρέπει να τα ζωντανέψουμε και πάλι· σε όλους τους τομείς. Αλήθεια, αγάπη και ομορφιά. Εχετε την εντύπωση ότι τα μεγάλα κράτη επειδή είναι μεγάλα δεν ζηλεύουν αυτά τα τρία πράγματα;
Η υπηκοότητα
Η χορήγηση αλβανικής υπηκοότητας στον Αρχιεπίσκοπο Τιράνων-Δυρραχίου και Πάσης Αλβανίας Αναστάσιο, με διάταγμα που υπέγραψε ο πρόεδρος της χώρας Ιλίρ Μέτα, άργησε 25 χρόνια. Και αποτελεί δικαίωση του φωτισμένου ιεράρχη για το τιτάνιο έργο της ανόρθωσης της κατεδαφισμένης Ορθόδοξης Εκκλησίας την περίοδο του κομμουνιστικού καθεστώτος Χότζα. Οσοι βίωσαν από κο- ντά την (υπερ)προσπάθειά του να αναστηλώσει μαζί με τις γκρεμισμένες εκκλησίες και τα ισοπεδωμένα μοναστήρια το ενταφιασμένο φρόνημα των ορθόδοξων χριστιανών ομιλούν περί θαύματος.
Η απόδοση της υπηκοότητας ήταν η επίσημη αναγνώριση από το αλβανικό κράτος της τεράστιας συμβολής του στη διαμόρφωση του σύγχρονου προφίλ της Αλβανίας.
πηγή

Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2017

Ορθοδοξία και Πουριτανισμός στο έργο του Παπαδιαμάντη και του Καζαντζάκη




Εισήγηση στην ημερίδα για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη που οργάνωσε ο Δήμος Ναυπάκτου στην Παπαχαραλάμπειο αίθουσα
Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιερόθεος
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
Το θέμα το οποίο πρόκειται να εισηγηθώ είναι πολύ μεγάλο και έχει πολλές προεκτάσεις, ήτοι θεολογικές, κοινωνικές και λογοτεχνικές, αφού άλλωστε μέσα από τα κείμενα των λογοτε­χνών μας περνούν όλοι οι καϋμοί, τα οράματα και τα βιώματα του λαού μας. Ωστόσο όμως 0ά επιδιώξω να παρουσιάσω, με συντομία, μερικές από τις κρίσιμες απόψεις του θέματος και κυρίως θα εντοπίσω το θέμα Ορθοδοξίας και Πουριτανισμού σε δύο έργα, στο έργο του Παπαδιαμάντη «Εξοχική λαμπρή» και στο έργο του Καζαντζάκη «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Και πάλι τονίζω ότι δεν θα εξετάσω όλες τις πλευρές που θα μπορούσα να κάνω, αλλά μερικά από όσα νομίζω ότι είναι εκθέσιμα.

Ο εξευρωπαϊσμός της Ελλάδος

Πριν προχωρήσω όμως στην καθ’ εαυτό ανάπτυξη του θέματός μου, θα ήθελα να δούμε για λίγο τον «χώρο» στον οποίο μεγάλωσε ο Παπαδιαμάντης και βέβαια και τον τρόπο ζωής του κληρονόμησε ο Καζαντζάκης.

Ο Παπαδιαμάντης γεννήθηκε σε μια περίοδο πολύ κρίσιμη για τον ελληνισμό, ήτοι το 1851, και βέβαια μεγάλωσε σε μια εποχή κατά την οποία γινόταν επίσημες διεργασίες για τον πολιτιστικό Εκσυγχρονισμό της Ελλάδος, που ταυτίζεται με τον εξευρωπαϊσμό, και αυτός ο πολιτιστικός εκσυγχρονισμός ταυτόχρονα είναι και προδοσία έναντι όλου του πολιτιστικού πλούτου του Γένους.

Τελευταία διάβασα δύο καταπληκτικά κείμενα, ήτοι το βι­βλίο της Έλλης Σκοπετέα με τίτλο «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα (1820-1880)», που είναι από τα εγκυρό­τερα επιστημονικά βιβλία πάνω στο θέμα αυτό, και ένα κείμε­νο της Ευθυμίας Μαυρομιχάλη με τίτλο «Οι καλλιτεχνικοί σύλ­λογοι και οι στόχοι τους (1880-1910)». Και τα δύο αυτά κεί­μενα, χωρίς να αναφέρονται στον Παπαδιαμάντη, παρουσιά­ζουν τα πλαίσια μέσα στα οποία έζησε και μεγάλωσε, αλλά και κοιμήθηκε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και νομίζω δεί­χνουν την μεγαλωσύνη αυτού του ανθρώπου.

Η Έλλη Σκοπετέα στο βιβλίο της εκθέτει διεξοδικά το γε­γονός ότι μετά την Επανάσταση του 1821 παρατηρείται στον ελληνικό χώρο μια προσπάθεια απογαλακτισμού της Ελλάδος από την έως τότε παράδοσή της και την προσάρτησή της στην Ευρώπη. Οπότε με όλες τις διεργασίες που έγιναν προσπά­θησαν οι Ευρωπαίοι να αναπτύξουν μια καινούρια ιδεολογία και μια νέα συνείδηση στους Έλληνες πολίτες του Ελληνικού Κράτους. Η διεξοδική ανάπτυξη της διαφοράς μεταξύ των Ελ­λήνων και των Ελλαδιτών, η προσπάθεια ορισμού των συνό­ρων του νέου Κράτους, οι διαμάχες μεταξύ των αυτοχθόνων και των ετεροχθόνων και η τελική νίκη των αυτοχθόνων, η διά­κριση μεταξύ «των μέσα και έξω Ελλήνων» και η διαφορά μεταξύ Επτανησίων και Φαναριωτών δείχνει την διπολικότητα των κατοίκων που ζούσαν στο Ελληνικό Βασίλειο. Παρατηρείται μια προσπάθεια να αποκτήσουν οι Έλληνες ευρωπαϊκή ταυτότητα μέσα από την γλώσσα, την θρησκεία και την Παι­δεία. Με πολλές προσπάθειες κατασκευαζόταν ένα «πρότυπο Βασίλειο», το ελληνικό Κράτος, το οποίο ταυτιζόταν με το εθνικό Κράτος, και το οποίο «άρχιζε στην ουσία από το ση­μείο μηδέν»1. Το κενό που άφηνε η απομάκρυνση του Τούρκου καταχτητή έπρεπε να καλυφθή. «Επείγε η ανάγκη της αυτοτελούς πλέον επεξεργασίας μιας νέας συνείδησης, στο νέο πλαίσιο αναφοράς που ήταν το εθνικό κράτος»2. Μάλιστα ο Σπυρίδων Τρικούπης ως εξής καταγράφει το διπλό χαρακτηρισμό της Επανάστασης του 1821: «επανάστασις και αποστασία»3. Και βέβαια «η κατεύθυνση την οποία ακολούθησε το Βασίλειο ήταν δεδομένη: εξομοίωση με την Ευρώπη»4 και μάλιστα την Ευρώπη του διαφωτισμού, που σαφώς απομακρυνόταν από τον ορθόδοξο φωτισμό.

 […]

 Ορθοδοξία και Πουριτανισμός

Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η ιστορική Εκκλησία, που αποτελεί συνέχεια του πρώτου Χριστιανισμού, όπως τον διέ­σωσαν οι Απόστολοι, οι Αποστολικοί Πατέρες, οι μεγάλοι Πατέρες, οι Μάρτυρες και Ομολογητές, οι Όσιοι και ασκη­τές. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία ο άνθρωπος είναι το αντι­κείμενο της αγάπης του Θεού. Ο Θεός αγαπά όλους τους αν­θρώπους, δικαίους και αδίκους, με την διαφορά ότι οι άνθρω­ποι ανάλογα με την πνευματική τους κατάσταση εκλαμβάνουν και βιώνουν την αγάπη του Θεού κατά διαφορετικό τρόπο, είτε ως Κόλαση είτε ως Παράδεισο. Η αμαρτία εκλαμβάνεται ως ασθένεια της ανθρώπινης φύσεως, και επομένως η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού έγινε για να θεραπεύση τον άν­θρωπο και να τον ελευθερώση από τα συμπτώματα της αμαρ­τίας που είναι ο θάνατος και η φθορά. Επίσης στην Ορθόδοξη Εκκλησία πιστεύουμε ότι η τελική κρίση θα γίνη κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, ότι ο Θεός έδωσε την κρίση στον Χριστό που θα την εξασκήση κατά την Δευτέρα Παρου­σία. Έτσι η Εκκλησία δεν εκλαμβάνεται ως νομικό κατασκεύα­σμα, ούτε ως ιδεολογικό σωματείο για τους καθαρούς και άγιους, αλλά ως το πνευματικό νοσοκομείο θεραπείας των αμαρτωλών και μετανοούντων. Τα κύρια χαρακτηριστικά γνω­ρίσματα των μελών της Εκκλησίας είναι η αγάπη, η ταπείνω­ση, η μετάνοια και η αυτομεμψία.

Η Μεταρρύθμιση που παρατηρείται στην Δύση ως αντίδραση στο σκληρό πνεύμα του Παπισμού δημιούργησε μια καινούρια επανάσταση και βέβαια είχε σχέση με την Αναγέννηση που είχε προηγηθή από αυτήν και τον Διαφωτισμό που ακολούθησε την Μεταρρύθμιση. Οι Προτεστάντες απέρριψαν ολόκληρη την Παράδοση, ήτοι τα μυστήρια, τις λειτουργικές τέχνες και κράτησαν μόνον την Αγία Γραφή. Καλλιέργησαν τον Ορθολογισμό και βεβαίως εξέφρασαν τον απόλυτο προορισμό, σύμφωνα με τον οποίο οι άνθρωποι είναι εκ φύσεως προορισμένοι ή για την σωτηρία ή για την καταδίκη. Μέσα στα πλαίσια αυτά ανα­πτύχθηκε ο ευσεβισμός, ως προσπάθεια της καθαρότητος των αισθήσεων, χωρίς άλλη προσπάθεια καθάρσεως της καρδιάς, και ο Πουριτανισμός.

Με τον όρο Πουριτανισμό εννοούμε τους Καλβινιστές της Αγγλίας που παρουσιάσθηκαν εκεί όταν βασίλευε η Ελισά­βετ (1558-1603). Την εποχή εκείνη εισήχθησαν στην Αγγλία τα καθολικά στοιχεία και τότε οι Καλβινιστές της Αγγλίας αντέδρασαν και έτσι κατήργησαν τον επισκοπικό βαθμό, γενόμενοι «πρεσβυτεριανοί» και διαμόρφωσαν την διδασκαλία τους και την λατρεία τους κατά τα καλβινιστικά πρότυπα, απέκτη­σαν σιωπηλό, σκυθρωπό και πεισματώδη χαρακτήρα7.

Φαίνεται στα όσα συνοπτικώς εξέθεσα πιο πάνω η διαφο­ρά μεταξύ της Ορθοδοξίας και του Πουριτανισμού. Κυρίως θα ήθελα να επικεντρώσω αυτήν την διαφορά σε δύο σημεία, γιατί αυτό θα μας βοηθήση στα όσα θα εκτεθούν πιο κάτω σχετικά με τον Παπαδιαμάντη και τον Καζαντζάκη. Το ένα εί­ναι ότι οι Προτεστάντες Πουριτανοί στηρίζονται στον Σταυρό του Χριστού, ενώ η Ορθοδοξία είναι Εκκλησία της Αναστάσεως δια του Σταυρού. Και το δεύτερο στοιχείο είναι ότι οι Πουριτανοί χωρίζουν τους ανθρώπους διαλεκτικώς σε καλούς και κακούς, απορρίπτοντας τους μεν και εκθειάζοντας τους δε, ενώ οι Ορθόδοξοι, επειδή δεν δέχονται τον απόλυτο προο­ρισμό, θεωρούν την αμαρτία ως ασθένεια που ενυπάρχει σε όλους τους ανθρώπους, και ότι η Εκκλησία είναι πνευματικό νοσοκομείο μέσα στο οποίο κατά διαφόρους βαθμούς δεχόμα­στε, με την ελεύθερη θέλησή μας, την θεραπεία, δια της ακτίστου Χάριτος του Θεού.


«Ο Χριστός ξανασταυρώνεται και η «Εξοχική Λαμπρή»

Ύστερα από όσα ανέφερα προηγουμένως θα προχωρήσω να εντοπίσω τα δύο κεντρικά σημεία της διαφοράς μεταξύ της Ορθοδόξου Εκκλησίας και του Πουριτανισμού στους δύο αυτούς συγγραφείς, δηλαδή στον Καζαντζάκη και τον Παπαδιαμάντη, και μάλιστα στα δύο συγκεκριμένα έργα τους «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» και «Εξοχική λαμπρή», Θα μπο­ρούσα να επεκτείνω το θέμα σε άλλα σημαντικά κείμενά τους αλλά χάριν οικονομίας χρόνου θα περιορισθώ σε αυτά.

Κατ’ αρχάς ο τίτλος των δύο διηγημάτων προσδιορίζει την διαφορά.

Ο Καζαντζάκης αρχίζει το έργο του με αναφορά στην ανα­παράσταση της σταυρώσεως του Χριστού και συνεχίζει να περιγράφη τον σταυρό που σήκωνε ο λαός της συγκεκριμένης εκείνης εποχής που πεινούσε, σε σχέση με την άρχουσα τάξη της εποχής τους. Ο σταυρός είναι το κεντρικό σημείο της δι­δασκαλίας του και τον βλέπει χωρίς την ανάσταση. Αυτό το βλέπουμε και στο βιβλίο του «Ο φτωχούλης του Θεού», όπου παρουσιάζεται ο άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης, εκφραστής του δυτικού Χριστιανισμού, να ανέρχεται στον υψηλότερο βαθμό της πνευματικής ζωής όταν «ο φτερωτός Σταυρωμένος» τον άγγιξε σαν μια αστραπή. Ο Φραγκίσκος φώναζε: «Ακόμα! Ακό­μα! Θέλω ακόμα! Κι η θεία φωνή από πάνω του: Μη ζητάς παραπέρα. εδώ σταματάει ο ανήφορος του ανθρώπου, στην Σταύρωση». Και όταν ο Φραγκίσκος κραύγαζε απελπισμένα: «Θέλω παραπέρα, την Ανάσταση», η φωνή του Χριστού του αποκρινόταν: «Αγαπημένε Φραγκίσκο, άνοιξε τα μάτια, κοίτα­ξε: Σταύρωση κι Ανάσταση είναι ένα». Και όταν έφυγε ο φτε­ρωτός σταυρωμένος Χριστός, τότε έτρεχε το αίμα από τα πόδια και τα χέρια του Φραγκίσκου, «και στο πλευρό του έτρεχε μια ανοικτή φαρδιά πληγή, θαρρείς καμωμένη από λόγχη»8.

Αντίθετα ο Παπαδιαμάντης στο διήγημά του «Εξοχική λαμπρή» περιγράφει την ορθόδοξη ατμόσφαιρα της εορτής της Αναστάσεως, που έγινε κατά τρόπον παραδοσιακό, στα Κα­λύβια. Έψαλαν τον Κανόνα στην Εκκλησία και ύστερα «ήναψαν τας λαμπάδας κ εξήλθον όλοι εις το ύπαιθρον ν’ ακούσωσι την Ανάστασιν. Γλυκείαν και κατανυκτιχήν Ανάστασιν εν μέσω των ανθούντων δένδρων, <των> υπό ελαφράς αύρας σειομένων ευωδών θάμνων, και των λευκών άνθεων της αγραμπελιάς»9. Οι χωρικοί κοινώνησαν και στην συνέχεια «περί την μεσημβρίαν, μετά την Β Ανάστασιν, οι χωρικοί το έστρωσαν υπό τας πλατάνους παρά την δροσεράν πηγήν»10. Έφαγαν και ήπιαν. «Είτα ήρχισαν τα άσματα. Εν πρώτοις το Χριστός ανέστη, ύστερον τα θύραθεν. Ο μπαρμπα-Μηλιός θελήσας να ψάλη και αυτός το Χριστός ανέστη, το εγύριζε πότε εις τον αμανέ και πότε εις το κλέφτικο»11. Ο μπαρμπα-Κίτσος έψαλε το Χριστός ανέστη, αλλά παρά την ιδιορρυθμία της ψαλμωδίας «ουδείς ποτέ έψαλεν ιερόν άσμα μετά πλείονος χριστιανικού αισθήματος και ενθουσιασμού»12. Και «περί την δείλην είχεν άρχίσει ο χορός, χορός κλέφτικος»13.

Δηλαδή, ενώ ο Καζαντζάκης περιγράφει μια πνευματική ζωή γεμάτη αγωνία και σταύρωση, πληγές και αίματα, όπως φαί­νεται και σε άλλα κείμενά του, ήτοι στην «Ασκητική» του, εν τούτοις ο Παπαδιαμάντης επιμένει στην Ανάσταση του Χριστού, που την πανηγυρίζει ολόκληρη η φύση, αλλά και την χαίρονται οι άνθρωποι με ιλαρότητα, φυσικότητα και πολύ ομορφιά.

Στα κείμενα αυτών των δύο μεγάλων λογοτεχνών μας πα­ρουσιάζεται και το δεύτερο σημείο που ανέφερα πιο πάνω. Συγκεκριμένα ο Καζαντζάκης χωρίζει τους ανθρώπους σε κα­λούς και κακούς, με βάση την πουριτανική ηθική, που στηρίζε­ται στον απόλυτο προορισμό και τον ευσεβιστικό ανθρωπισμό, ενώ ο Παπαδιαμάντης αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους με στοργή και αγάπη. Δεν αμνηστεύει τα ελαττώματά τους, αλλά τα βλέπει μέσα σε όλη την προοπτική της προσωπικότητός τους καθώς επίσης τα αφήνει στην Πρόνοια, το έλεος και την κρίση του Χριστού. Δεν αποσπά ανθρωποκεντρικά και αυτάρεσκα την κρίση από τον Χριστό.

Επίσης, και στα δύο αυτά κείμενα παρουσιάζονται και ερμηνεύονται διάφορες ενέργειες δύο ζευγών Ιερέων. Στον Καζαντζάκη περιγράφεται ο παπα-Φώτης και ο παπα-Γρηγόρης, στον δε Παπαδιαμάντη ο παπα-Κυριακός και ο παπα-Θοδωρής. Ο Καζαντζάκης είναι απόλυτος και τους ερμηνεύει μέσα στο σχήμα ο καλός και ο κακός. Ο Παπαδιαμάντης δεν θέτει τέτοιες διαχωριστικές γραμμές, βλέπει τα ελαττώματα αλλά τελικά τονίζει την μετάνοια και το ορθόδοξο ήθος.

Στον Καζαντζάκη ο παπα-Γρηγόρης χαρακτηρίζεται «φαταούλας»14, «τραγογένης»15, «θεομπαίχτης», «ψεύτης»16, είναι παπάς «με την γεμάτη κοιλιά... με τα διπλά προγούλια»17. Γράφει έντονα απαξιωτικά και καταδικαστικά για τον παπα-Γρηγόρη. Το ίδιο πνεύμα παρατηρείται και στους άλλους χωριανούς, όπως τον γερο-Πατριαρχέα, τον Χατζή - Νικολή, τον γερο-Λαδά18, την Κατερίνα, την χήρα19 κλπ. Αντίθετα ο παπα-Φώτης, για τον Καζαντζάκη, ήταν ο καλός παπάς, που δεν έχει κανένα ψεγάδι επάνω του και αγωνίζεται για το ποίμνιό του που πεινούσε. «Μπροστάρης πήγαινε ένας παπάς ηλιομαυρισμένος, αδύναμος, με μεγάλα μαύρα μάτια που πετούσαν φωτιές κάτω από τα’ άγρια φρύδια, με αριά γκρίζα γένια σφηνωτά.  Έσφιγγε στην αγκαλιά του ένα βαρύ Ευαγγέλιο ασημοδεμένο και φορούσε το πετραχήλι του»20. Είναι σαφής η διαλεκτική αντίθεση μεταξύ καθαρών και μη καθαρών ιερέων. Πρόκειται για ένα καθαρό πουριτανισμό και ευσεβισμό.

Στον Παπαδιαμάντη, όμως, δεν παρατηρούνται τέτοιες διαλεκτικές αντιθέσεις. Όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί και όλοι έχουν στοιχεία και σημεία βδελυκτά ενώπιον του Θεού και αναζητούν το έλεος του Θεού. Αυτό φαίνεται στην «Εξοχική λαμπρή», στις αντιδράσεις μεταξύ του παπα-Κυριακού και του παπα-Θοδωρή, ιδιαιτέρως στον τρόπο με τον οποίο αντέδρασε ο παπα-Κυριακός στην εσφαλμένη είδηση του υιού του Ζάχου. Κάνοντας ο παπα-Κυριακός την Ανάσταση στα Καλύβια, έμαθε από τον γυιό του ότι ο παπα-Θοδωρής του έκλεβε τις λειτουργίες, που λειτουργούσε στον κεντρικό Ναό, ενώ, όπως αποδείχθηκε αργότερα, δεν έκανε κάτι τέτοιο. Αναστατώνεται ο παπα-Κυριακός, ο οποίος, γνήσιος εκπρόσωπος του ελληνικού Κλήρου, «πλην μικρού ελευθεριασμού, ήτο κατά πάντα άμεπτος». Ο παπα-Κυριακός φαινόταν ως πλεονέκτης, γιατί ήθελε να μεγαλώση τα παιδιά του, λίγο δύσπιστος αλλά «ανοικτόκαρδος»21. Με την πληροφορία που του μετέφερε ο υιός του αγανάκτησε, δεν συγκρατήθηκε, αμάρτησε, έφυγε από την Εκκλησία, για να πάη εκείνη την ώρα να συλλάβη επ αυτοφόρω τον συνεφημέριό του, αλλά στον δρόμο, στον νερόμυλο, αισθάνθηκε την πτώση του και «ποιήσας το σημείον του σταυρού «ήμαρτον, Κύριε, είπεν, ήμαρτον, μη με συνερισθής»22. Και στην συνέχεια: «ησθάνθη δάκρυ βρέχον την παρειάν του. «Ω, Κύριε, είπεν ολοφύχως, ήμαρτον, ήμαρτον! Συ παρεδόθης δια τας αμαρτίας μας, και ημείς σε σταυρώνομεν κάθε μέρα»23. Επέστρεψε και έτσι τελείωσε την θεία Λειτουργία, όμως «αυτός δεν εκοινώνησε, επιφυλαττόμενος να το είπη εις τον πνευματικόν, και πρόθυμος να δεχθή τον κανόνα»24.

Στον Παπαδιαμάντη δεν παρατηρεί κανείς ούτε ίχνος πουριτανισμού και ευσεβισμού, δεν χωρίζει τους Κληρικούς σε καλούς και κακούς, δεν κρίνει τον παπα-Κυριακό, αλλά και αυτήν την πτώση του την αντιμετωπίζει με συμπάθεια και την εντάσσει στο κλίμα της μετανοίας. Ο Παπαδιαμάντης εκφράζει την άποψη ότι όλοι είμαστε αμαρτωλοί και όλοι έχουμε ανάγκη του ελέους και της ευσπλαχνίας του Θεού. Μόνον ο Θεός είναι καθαρός και, με την απόλυτη σημασία της λέξεως, άγιος. «Εις μόνος άγιος, εις μόνος Κύριος. Ιησούς Χριστός». Αυτό το βλέπουμε σε πολλά κείμενά του, ιδίως στο «Έρωτας στα χιόνια» και «Χωρίς στεφάνι».

Ο Παπαδιαμάντης και ο Καζαντζάκης είναι δύο μεγάλοι λογοτέχνες, οι οποίοι εκφράζουν και διατυπώνουν στα κείμενά τους εκφράσεις της κοινωνίας μας. Όμως διαφορετική είναι η προοπτική μέσα από την οποία παρατηρούν την κοινωνία μας, και βεβαίως εκφράζουν δύο ερμηνευτικές παραδόσεις. Αυτό φαίνεται σε όλο το έργο τους. Ο Καζαντζάκης έχει επηρεασθή από την θρησκευτικότητα που παρατηρείται στην Δύση, είτε με την μορφή του Παπισμού, είτε με την μορφή του Προτεσταντισμού, ενώ ο Παπαδιαμάντης έχει επηρεασθή από τις παραδόσεις του λαού, τους φιλοκαλικούς Πατέρες και το Άγιον Όρος, το πνεύμα και την ζωή της Ρωμηοσύνης.

Προσωπικά με ικανοποιεί αφάνταστα ο Παπαδιαμάντης. γιατί βλέπει τον κόσμο με φιλανθρωπία, αρχοντική αγάπη, τρυφερότητα και ευαισθησία, η οποία προέρχεται από την ορθόδοξη αυτομεμψία και νομίζω ότι, αν έβαζαν τον Παπαδιαμάντη να κρίνη τον Καζαντζάκη, θα τον άφηνε στο έλεος του Θεού. Αυτό δείχνει την πνευματική αρχοντιά του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη.


πηγή

___________________________

1.    Έλλης Σκοπετέα, Το «Πρότυπο Βασίλειο» και η «Μεγάλη Ιδέα», όψεις του εθνικού προβλήματος στην Ελλάδα, 1830- 1880 Aθήνα 1988. σελ. 30-31

2.    ένθ. ανωτ. σελ. 31

3.    ένθ. ανωτ. σελ. 39

4.    ένθ. ανωτ. σελ. 44

5.    ένθ. ανωτ. σελ. 274

6.    βλ. Ευθυμίας Μαυρομιχάλη, Ο Γλύπτης Δημήτριος Ζ. Φιλιππότης, εκδ. Στρατή Γ. Φιλιππότη, Αθήνα 2003

7.   Αρχιμ. Βασιλείου Στεφανίδου, Εκκλησιαστική ιστορία, εκδ. Παπαδημητρίου, Αθήνα, σελ. 633

8      Νίκου Καζαντζάκη, Ο φτωχούλης του Θεού, εκδ. Ε. Καζαντζάκη. Αθήνα 1964. Ε1 εκδ. σελ. 311

9.    Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη Άπαντα, Κριτική έκδοση Ν. Τριανταφυλλόπουλος, έκδ. Δόμος, Αθήνα 1997, τόμ. Β, σελ. 127

10.  ένθ. ανωτ. σελ. 130

11.   ένθ. ανωτ. σελ. 132

12.  ένθ. ανωτ. σελ. 133

13.  ένθ. ανωτ.

14.  Νίκου Καζαντζάκη, Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, έκδ. Ε. Καζαντζάκη, Αθήνα 1965, Θ’ έκδ. σελ. 66

15.  ένθ. ανωτ. σελ. 50

16.  ένθ. ανωτ.

17.  ένθ. ανωτ. σελ. 51

Ι8.  ένθ. ανωτ. σελ. 28-29

19.  ενθ. ανωτ. σελ. 38

20. ένθ. ανωτ. σελ. 36

21. Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, ένθ. ανωτ. σελ. 126

22. ένθ. ανωτ. σελ. 130

23. ένθ. ανωτ.

24. ένθ. ανωτ.